Ο μονόδρομος της πτώχευσης

ΕΙΚΟΝΑ---Ελλάδα,-χρεοκοπία-και-διαδικασία
Εντός ή εκτός της Ευρωζώνης και της ΕΕ; Συναινετικά ή μονομερώς; Δύσκολο να απαντηθούν, αλλά αμείλικτα ερωτήματα, αφού η αντιμετώπιση της κρίσης απέτυχε εντελώς, με την Ελλάδα να ακολουθεί πιστά τα ίχνη της Αργεντινής. 
.
Ένα πρώτο ασφαλές συμπέρασμα είναι πως η προ πολλού χρεοκοπημένη Ελλάδα, χρεοκοπεί κάθε μέρα και πιο πολύ. Θυμίζει αυτόν που έχει παγιδευτεί σε έναν βάλτο, όπου, όσο προσπαθεί να κινηθεί μήπως και καταφέρει να σωθεί, τόσο περισσότερο βυθίζεται μέσα του.

Όποιος λοιπόν έχει την ψευδαίσθηση πως η χώρα μπορεί να εξυπηρετήσει χρέη πάνω από 320 δις € (πηγή),στα οποία δεν έχει προστεθεί πιθανότατα ολόκληρο το ποσόν της διάσωσης των τραπεζών (40 δις €), ούτε φυσικά οι κρατικές εγγυήσεις των 203 δις €, είναι εξτρεμιστικά αιθεροβάμων. Το ίδιο ισχύει και για το ιδιωτικό χρέος, το μη εξυπηρετούμενο μέρος του οποίου πλησιάζει με μεγάλη ταχύτητα τα 200 δις €, έχοντας υπερβεί ήδη το ΑΕΠ.
Την ίδια στιγμή οι Έλληνες έχουν ξεπεράσει τα ανώτατα όρια της φοροδοτικής τους ικανότητας, το ασφαλιστικό πνέει τα λοίσθια, ενώ η ύφεση συνεχίζεται χωρίς σταματημό. Πόσο μάλλον εάν επιβεβαιωθούν οι δυσοίωνες προβλέψεις, σύμφωνα με τις οποίες ο τουρισμός θα υποχωρήσει λόγω του μεταναστευτικού – οπότε τελικά η Ελλάδα δεν θα καταφέρει να ωφεληθεί από τα προβλήματα των χωρών της ανατολικής και νότιας Μεσογείου.
Ένα δεύτερο συμπέρασμα είναι πως τα μνημόνια δεν οδηγούν πουθενά. Αντίθετα, εάν συνεχίσουν να επιβάλλονται στην Ελλάδα, τότε θα χαθεί τόσο η δημόσια περιουσία της, όσο και ένα μεγάλο μέρος της ιδιωτικής, χωρίς καν να μειωθούν τα χρέη. Εδώ δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς πως στο Υπέρ-ταμείο που δημιουργήθηκε και που ανήκει πια στους δανειστές, δεν έχουν υπαχθεί μόνο τα ακίνητα, τα οικόπεδα, οι κρατικές επιχειρήσεις και οι τράπεζες αλλά, επίσης, τα ενεργειακά αποθέματα της χώρας – οι υδρογονάνθρακες, όπως συνηθίζεται να λέγονται.
Με βάση τα δύο παραπάνω κύρια συμπεράσματα, δεν είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς ότι, όσο πιο γρήγορα δηλώσει η Ελλάδα πως χρεοκόπησε, γεγονός που σημαίνει την επίσημη ανακοίνωση της στάσης πληρωμών εκ μέρους της κυβέρνησης της, τόσο πιο ήπιες θα είναι οι επώδυνες συνέπειες που ασφαλώς θα υποστεί.
Επομένως, τα περί ανάγκης γρήγορης αξιολόγησης εκ μέρους των δανειστών, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς εκείνης της κυβέρνησης που αρνήθηκε την πολύ πιο εύκολη αξιολόγηση του Φεβρουαρίου του 2015, ενώ δηλώνει σήμερα πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος, έχοντας χρειαστεί ένα χρόνο για να το καταλάβει και ζημιώνοντας τη χώρα με σχεδόν 140 δις €, είναι ανοησίες.
Οι μόνοι που θα ωφεληθούν από κάτι τέτοιο θα είναι οι τράπεζες που όμως δεν ανήκουν πια σε Έλληνες –επειδή θα μπορούν να δανείζονται από την ΕΚΤ με επιτόκιο 0,05% αντί με το σημερινό 1,55% (waiver). Όσο για το ασφαλιστικό, οι μόνοι κερδισμένοι θα είναι οι ξένοι επενδυτές αφού, σε συνδυασμό με τη μείωση των μισθών, θα έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν την Ελλάδα ως μία χώρα φθηνού εργατικού δυναμικού – εξαγοράζοντας τα πάντα σε τιμές ευκαιρίας.
Χωρίς περιττές λεπτομέρειες λοιπόν, το μόνο σίγουρο είναι πως η Ελλάδα δεν έχει καμία άλλη βιώσιμη επιλογή, από το να δηλώσει επίσημα και έγκαιρα, προτού χάσει ότι έχει και δεν έχει, στάση πληρωμών. Άλλωστε, με δεδομένες τις μαζικές κοινωνικές αντιδράσεις, καθώς επίσης το ότι μία χώρα θεωρείται χρεοκοπημένη, όταν οι πολίτες της αρνούνται να πληρώσουν τα χρέη τους/της (ανάλυση), όπως συμβαίνει σήμερα, δεν υπάρχει καμία άλλη δυνατότητα.
Ως εκ τούτου, ο προβληματισμός έγκειται μόνο στον τρόπο, με τον οποίο τελικά θα το επιχειρήσει: εντός ή εκτός της Ευρωζώνης και της ΕΕ, συναινετικά και ελεγχόμενα (άρθρο) ή μονομερώς και ανεξέλεγκτα.
Κατά την άποψη μου, ο ασφαλέστερος τρόπος θα ήταν συναινετικά και ελεγχόμενα εντός της Ευρωζώνης(ανάλυση) – με τη συμφωνία διαγραφής του 50% των χρεών της, την οποία σήμερα δικαιούται, λόγω των λαθών της Τρόικας (άρθρο).
Αμέσως επόμενος, ενδεχομένως ο μόνος ρεαλιστικός, η μονομερής στάση πληρωμών, ξανά εντός της Ευρωζώνης – έτσι ώστε στη συνέχεια να διαπραγματευθεί τη διαγραφή μέρους των χρεών της.
Ο τρίτος προτιμότερος τρόπος θα ήταν συναινετικά εκτός της Ευρωζώνης και της ΕΕ (μία χώρα της Ευρωζώνης δεν μπορεί να την εγκαταλείψει εκούσια, αλλά μόνο ως αποτέλεσμα της προηγούμενης εξόδου της από την ΕΕ), εξασφαλίζοντας τη στήριξη της ΕΚΤ για τα πρώτα χρόνια – ενώ ο τέταρτος μονομερώς, με την άρνηση πληρωμής ολόκληρου του χρέους της.
Στις δύο τελευταίες περιπτώσεις, η Ελλάδα θα έπρεπε να υιοθετήσει ένα δικό της εθνικό νόμισμα – το οποίο φυσικά δεν θα είχε καμία σχέση με τη δραχμή που γνωρίζαμε και η οποία έχει πλέον πεθάνει. Μία εμπειρία αυτού του είδους, ειδικά στο σημερινό χρηματοπιστωτικό σύστημα των χάρτινων, χωρίς αντίκρισμα νομισμάτων (Fiat money), δεν υπάρχει – οπότε θα επρόκειτο για έναν νέο δρόμο, με άγνωστα επακόλουθα.
Από τεχνοκρατικής πλευράς κάτι τέτοιο, με δεδομένο το χρόνο που απαιτείται απλά και μόνο για την παραγωγή των νέων νομισμάτων (6-8 μήνες), καθώς επίσης για τις αλλαγές εντός της χώρας (τράπεζες, συμβόλαια, τιμολόγηση κοκ.), δεν είναι ασφαλώς παιχνίδι για μικρά παιδιά, όπως είναι οι σημερινοί, ανεπαρκέστατοι πολιτικοί  – ενώ κανένας δεν μπορεί να προβλέψει τις συνέπειες σε μία σειρά οικονομικών μεγεθών, όπως είναι ο πληθωρισμός, η υποτίμηση κλπ.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι, το νέο νόμισμα δεν θα έπρεπε να διαπραγματεύεται καθόλου στις διεθνείς αγορές για κάποια χρόνια, καθώς επίσης πως δεν θα ήταν σωστό να συνδεθεί με ένα άλλο – αφού οι ιστορικές εμπειρίες τεκμηριώνουν πως είναι καταστροφικό.
Επίσης ότι, η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να εκπονήσει ένα τέτοιο σχέδιο, για την περίπτωση που θα εξαναγκασθεί να εγκαταλείψει το ευρώ – κάτι που διαφαίνεται πλέον πολύ καθαρά στον ορίζοντα, αφού προηγουμένως υποχρεωθεί σε ένα παράλληλο νόμισμα. Εκτός αυτού, επειδή χωρίς ένα τέτοιο σχέδιο εκτάκτου ανάγκης, δεν είναι δυνατή η διαπραγμάτευση με τους δανειστές – η οποία απαιτείται στις δύο πρώτες περιπτώσεις (στάση πληρωμών εντός του ευρώ), αλλά και στην τρίτη.
Συνεχίζοντας, υπάρχουν κάποια κόμματα που τοποθετούνται ανοιχτά υπέρ του εθνικού νομίσματος –τεκμηριώνοντας τη θέση τους με το ότι, η ελληνική οικονομία χρειάζεται μία ανεξάρτητη νομισματική πολιτική για να αναβιώσει. Φυσικά συνδέουν το εθνικό νόμισμα με την πλήρη άρνηση (100%) της πληρωμής του δημοσίου χρέους, είτε επειδή η χώρα δεν το οφείλει (επαχθές χρέος), είτε λόγω του ότι το εξωτερικό χρέος θα εκτοξευόταν στα ύψη, οπότε δεν θα ήταν δυνατόν να εξυπηρετηθεί – παρά το ότι θεωρούν ταυτόχρονα πως η υποτίμηση θα ήταν μικρή.
Εγώ δεν θέλω ούτε να αντιταχθώ μαζί τους, ούτε να συνταχθώ, επειδή δεν θα είχα την ικανότητα να το δρομολογήσω με επιτυχία, ούτε μπορώ να έχω μία σαφή εικόνα του μέλλοντος – ενώ φυσικά δεν γνωρίζω τις αντοχές των Ελλήνων στις κακουχίες ή/και την προσαρμοστικότητα τους, σε ένα τόσο καινούργιο οικονομικό περιβάλλον.
Δεν γνωρίζω επίσης τις αντιδράσεις των δανειστών, οι οποίοι δεν θα ανεχόταν να χάσουν τόσο εύκολα τα χρήματα τους, τους γεωπολιτικούς κινδύνους, καθώς επίσης μία σειρά άλλων πραγμάτων – οπότε θα ήταν ανεύθυνο να πάρω θέση, αφήνοντας την πρωτοβουλία σε αυτούς που φαίνεται πως γνωρίζουν περισσότερα.
Αυτό που όμως συνειδητοποιώ είναι το ότι, η Ελλάδα βαδίζει «by the Book» στα ίχνη της Αργεντινής, όπως είχε ήδη διακρίνει στο παρελθόν ο συνάδελφος (άρθρο) – όπου η ανεξέλεγκτη χρεοκοπία της ακολούθησε λίγους μήνες μετά την επιβολή των ελέγχων κεφαλαίων.
Η τότε κυβέρνηση της διέφυγε με ελικόπτερο, το ΔΝΤ εκδιώχθηκε, η χώρα αρνήθηκε να πληρώσει τα χρέη της και οι καταθέτες έχασαν τις αποταμιεύσεις τους – έως ότου τελικά ακολούθησε η ανάπτυξη. Η Αργεντινή βέβαια είχε το δικό της νόμισμα και τη δική της κεντρική τράπεζα, έχοντας το μόνο συνδέσει με το δολάριο – οπότε αρκούσε η αποσύνδεση του, η οποία φυσικά δεν ήταν προβληματική (με εξαίρεση τον πληθωρισμό που στη συνέχεια περιόρισε ραγδαία την αγοραστική του δύναμη).
Για την Ελλάδα ισχύουν εντελώς διαφορετικοί κανόνες, τα χρέη της είναι κατά πολύ υψηλότερα, ενώ προηγήθηκε μία πολύ μεγαλύτερης διάρκειας και ισχύος κρίση – οπότε θα ήταν ανεύθυνο να προβεί κανείς σε άμεσες συγκρίσεις. Σε κάθε περίπτωση όμως, φαίνεται πως πλησιάζει η ώρα των μεγάλων γεγονότων και αποφάσεων, οπότε είναι καλύτερα να είμαστε όλοι προετοιμασμένοι.
ΣυγγραφέαςΙάκωβος Ιωάννου, για το Analyst.gr
thumbnail
About The Author

0 comments