Το πολυδιαφημιζόμενο «BREXIT» δεν είναι τίποτα άλλο από άσφαιρα πυρά – αν και τεκμηριώνει τις αδυναμίες της ΕΕ, ειδικά σε μία συγκυρία που απειλείται με διάλυση: εν μέσω ενός ναζιστικού «πογκρόμ» τύπου Ολοκαυτώματος
.
Υπάρχουν πάρα πολλές «υπαρξιακές προκλήσεις», με τις οποίες βρίσκονται αντιμέτωπες τόσο η Ευρωζώνη όσο και η ΕΕ – ενώ όλο και περισσότεροι Πολίτες των χωρών του Νότου τάσσονται εναντίον του κοινού νομίσματος, θεωρώντας πως αυτό είναι η αιτία της οικονομικής κατάρρευσης τους, σε συνδυασμό με την ανέκαθεν προσκείμενη στα γερμανικά συμφέροντα νομισματική πολιτική της ΕΚΤ.
Επιγραμματικά, την πρώτη θέση στα ευρωπαϊκά προβλήματα έχει πλέον καταλάβει η μεταναστευτική κρίση, ειδικά μετά το ναζιστικό διπλό «πογκρόμ» εναντίον των ξένων – όπου αφενός μεν εμποδίστηκε βίαια η διέλευση ενός λεωφορείου με μετανάστες, αφετέρου πυρπολήθηκε ένα κατάλυμα προσφύγων, ενώ πλήθος συγκεντρωμένων Γερμανών χειροκροτούσαν, απολαμβάνοντας σαδιστικά το θέαμα (πηγή).
Εν προκειμένω δεν ήταν λίγοι αυτοί που συνέδεσαν τα γεγονότα με ένα δεύτερο Ολοκαύτωμα ναζιστικού τύπου, με θύματα αυτή τη φορά τους μετανάστες αντί τους Εβραίους – θωρώντας επί πλέον πως τεκμηριώνεται ότι, δεν ήταν ο Χίτλερ και οι ναζί οι μοναδικοί υπεύθυνοι για τις αγριότητες του 2ου Παγκοσμίου πολέμου, για τις μαζικές εκτελέσεις αθώων, για τους βασανισμούς και για τα κρεματόρια.
Επόμενα προβλήματα είναι η επιβαλλόμενη από τη Γερμανία πολιτική λιτότητας, σύμφωνα με την οποία τα μνημόνια απελευθερώνουν (άρθρο), οι αυξημένες πιθανότητες χρεοκοπίας της Ελλάδας, καθώς επίσης της Πορτογαλίας, η μεγάλη τραπεζική αδυναμία ολόκληρης της ΕΕ, με αποκορύφωμα τη Deutsche Bank και το βαριά άρρωστο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ιταλίας, ενώ τελευταίο είναι η πιθανότητα εξόδου της Μ. Βρετανίας (BREXIT). Παρά το ότι η πλειοψηφία (54%) τάσσεται υπέρ της παραμονής (πηγή), ειδικά μετά την άκρως επιτυχημένη συμφωνία που απέσπασε ο πρωθυπουργός της χώρας από την ΕΕ – βοηθούμενος σε μεγάλο βαθμό από τις πρόσφατες συγκυρίες.
Εν τούτοις, με αμιγώς οικονομικά κριτήρια, η Βρετανία δεν είναι σε θέση να εγκαταλείψει την ΕΕ χωρίς να υποστεί τεράστιες ζημίες – κάτι που ισχύει ανάλογα για την Ελλάδα, όσον αφορά τον εγκλωβισμό της στο ευρώ, ενώ για την Ιταλία θα λέγαμε ακριβώς το αντίθετο.
.
Τα οικονομικά κριτήρια
Ειδικότερα, το βασικότερο επιχείρημα της βρετανικής καμπάνιας υπέρ της εξόδου από την ΕΕ, το ότι δηλαδή το μεγάλο εμπορικό της έλλειμμα είναι η δύναμη της, με την έννοια πως η ΕΕ θα έχανε περισσότερα από τον περιορισμό των εμπορικών συναλλαγών της με τη Βρετανία, από ότι η ίδια, είναι απολύτως λανθασμένο.
Το γεγονός αυτό τεκμηριώνεται εύκολα από το ότι, η Βρετανία θα έπρεπε να διαπραγματευθεί καινούργιες συνθήκες με την ΕΕ για τον κλάδο των υπηρεσιών της – ο οποίος παράγει το 20% του ΑΕΠ της (γράφημα). Αντίθετα, η βιομηχανία της ΕΕ δεν το έχει ανάγκη – επειδή, με βάση τις συμφωνίες του παγκόσμιου οργανισμού εμπορίου που έχουν υπογραφεί, η ΕΕ μπορεί να εξάγει τα προϊόντα της στη Βρετανία χωρίς κανενός είδους περιορισμούς.
.
.
Όπως συμπεραίνεται από το γράφημα, η Βρετανία ευρίσκεται στη δεύτερη θέση μετά την Ολλανδία συνολικά στους δύο κλάδους των υπηρεσιών – ενώ είναι στην ίδια περίπου κατάταξη με την Ολλανδία στον τομέα των χρηματοπιστωτικών & ασφαλειών, καθώς επίσης στη δεύτερη θέση μετά την Ιρλανδία.
Όσοι απορούν σε σχέση με την Ολλανδία, ίσως δεν γνωρίζουν πως είναι η βασίλισσα της νόμιμης φοροδιαφυγής στην Ευρώπη (ανάλυση) – ενώ η Ιρλανδία αποτελεί το εφαλτήριο των αμερικανικών πολυεθνικών προς την ήπειρο μας, τις οποίες προσελκύει με το ευρώ, κυρίως όμως με τους ασυναγώνιστα χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές της.
Πόσο μάλλον όταν στη χώρα δεν επιβάλλονται συνήθως οι επίσημοι συντελεστές, αλλά πολύ χαμηλότεροι, μετά από μυστικές διαπραγματεύσεις – όπως συμβαίνει επίσης στην Ολλανδία, στο Λουξεμβούργο, στη Γερμανία και αλλού. Επομένως, όσοι τοποθετούνται στην Ελλάδα ανόητα υπέρ των μνημονίων, αναφέροντας το δήθεν επιτυχημένο παράδειγμα της Ιρλανδίας, είτε παραπλανούν σκόπιμα τους Πολίτες, είτε έχουν απλά άγνοια.
.
Η σημασία της συμμετοχής της Βρετανίας στην ΕΕ
Περαιτέρω, η M. Thatcher ήταν η πρώτη που είχε αντιληφθεί ότι, η συμμετοχή της Μ. Βρετανίας στην εσωτερική αγορά της ΕΕ ήταν απολύτως απαραίτητη, λόγω της εξειδίκευσης της στον τομέα των υπηρεσιών – όχι μόνο στο χρηματοπιστωτικό σύστημα αλλά, επίσης, στους κλάδους του Δικαίου, της λογιστικής, των ΜΜΕ, της έρευνας κοκ. Για τις μεγάλες όμως εξαγωγικές χώρες της ΕΕ, όπως είναι η Γερμανία ή η Γαλλία, είναι αδιάφορο εάν η Βρετανία είναι μέλος της ΕΕ ή μόνο του ΠΟΕ.
Εάν τώρα η Βρετανία επέλεγε την έξοδο της από την ΕΕ, θα έπρεπε να διαπραγματευθεί μία συμφωνία σύνδεσης μαζί της, όπως συμβαίνει με την Ελβετία και τη Νορβηγία – οι οποίες δεν είναι μέλη της ΕΕ. Εύλογα λοιπόν η Κομισιόν θα πρότεινε στη Βρετανία μία ανάλογη συμφωνία – αφού δεν θα ήθελε να έλθει σε αντίθεση με τις δύο άλλες χώρες. Ακόμη περισσότερο, εάν προέβαινε σε παραχωρήσεις, τότε αφενός μεν θα απαιτούσαν αντίστοιχες η Ελβετία και η Νορβηγία, αφετέρου οποιοδήποτε άλλο κράτος αποφάσιζε να εγκαταλείψει την ΕΕ, θα είχε μεγαλύτερα κίνητρα να το επιχειρήσει.
Συνεχίζοντας, τέσσερις από τις προϋποθέσεις που έχουν αποδεχθεί η Νορβηγία και η Ελβετία, ενώ δεν θα ήταν ποτέ αντικείμενο διαπραγμάτευσης, είναι αντίθετες με τις παραχωρήσεις προς τη Βρετανία, λόγω της συμμετοχής της στην ΕΕ.
Αναλυτικότερα, οι δύο αυτές χώρες είναι υποχρεωμένες να τηρούν όλες τις ρυθμίσεις και τα πρότυπα της ΕΕ (standards), χωρίς όμως να συμμετέχουν στον καθορισμό τους. Έχουν συμφωνήσει επίσης να προσθέτουν όλες τις σχετικές νομοθεσίες της ΕΕ στο εθνικό τους Δίκαιο, χωρίς τη διενέργεια δημοψηφισμάτων, συμβάλλουν ουσιαστικά στον προϋπολογισμό της ΕΕ, ενώ είναι αναγκασμένες να αποδέχονται χωρίς περιορισμούς Ευρωπαίους μετανάστες – με αποτέλεσμα το μερίδιο των Ευρωπαίων στον πληθυσμό τους να είναι σημαντικά υψηλότερο, από αυτό στη Μ. Βρετανία.
Εάν τώρα η Μ. Βρετανία αρνούταν αυτού του είδους τις επεμβάσεις στην εθνική της κυριαρχία, τότε ο κλάδος των υπηρεσιών της θα αποκλειόταν από τη δραστηριοποίηση του στην ΕΕ – γεγονός που θα ευχαριστούσε ιδιαίτερα χώρες όπως η Ιρλανδία, στην οποία θα αναγκάζονταν να μεταναστεύσουν πολλές βρετανικές τράπεζες, κερδοσκοπικά κεφάλαια, ελεγκτικές επιχειρήσεις, ασφαλιστικές κοκ., οι οποίες δεν θα ήθελαν να χάσουν την τεράστια εσωτερική αγορά της ΕΕ.
Ένα επόμενο ενδεχόμενο θα ήταν η απόσχιση της Σκωτίας, η οποία θα συμμετείχε τότε στην ΕΕ – οπότε πολλές επιχειρήσεις της Αγγλίας θα μετανάστευαν στη Σκωτία, με αποτέλεσμα να χαθούν χιλιάδες θέσεις εργασίας από το Λονδίνο και αλλού.
.
Οι υπόλοιποι παράγοντες
Όσον αφορά τώρα την αναβίωση της βιομηχανικής της παραγωγής, ως αποτέλεσμα της εξόδου της από την ΕΕ με την ταυτόχρονη υιοθέτηση δασμών, έτσι ώστε να μπορέσουν να λειτουργήσουν νέες εγχώριες επιχειρήσεις προστατευόμενες, δεν είναι καθόλου εύκολο – αφού η Βρετανία θα ερχόταν σε αντίθεση με τον ΠΟΕ. Ακόμη όμως και αν τα κατάφερνε τελικά, θα απαιτούταν πάρα πολύ χρόνος – αφού η βιομηχανία της βρίσκεται σε διαρκή υποχώρηση, όπως φαίνεται από το γράφημα που ακολουθεί (τάση παραγγελιών στη βιομηχανία), η οποία κλιμακώνεται.
.
.
Επομένως, δεν θα ήταν σε θέση να εκμεταλλευτεί τα τυχόν πλεονεκτήματα της εξόδου της, όπως ακριβώς συμβαίνει με την Ελλάδα – παρά τους αντίθετους ισχυρισμούς των οπαδών της δραχμής, οι οποίοι θεωρούν πως μπορούν να επιτευχθούν θαύματα απλά και μόνο με τη βοήθεια του νομίσματος.
Επί πλέον, η Βρετανία δεν θα μπορούσε να διατηρήσει τα μεγάλα ελλείμματα στον προϋπολογισμό της – με τη βοήθεια των οποίων επανήλθε σε πορεία ανάπτυξης μετά την κρίση, αύξησε την απασχόληση και τα έσοδα του δημοσίου της, ισορρόπησε το ασφαλιστικό της κοκ.
Όπως φαίνεται από το επόμενο γράφημα, τα ελλείμματα του προϋπολογισμού της δεν ήταν σημαντικά μικρότερα από αυτά της Ελλάδας έως το 2014 (το 2015 προστέθηκαν οι τραπεζικές ζημίες), η οποία τελικά χρεοκόπησε – ενώ το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της ήταν ανέκαθεν ελλειμματικό, στο -5,1% το 2014 και στο -5% το 2015. Επομένως, η οικονομική της κατάσταση δεν είναι τόσο ευχάριστη, όσο θέλουν οι πολιτικοί της να την παρουσιάζουν – ενώ τα ελλείμματα του ισοζυγίου της καλύπτονται αποκλειστικά και μόνο από τις εισροές ξένων κεφαλαίων, οι οποίες θα περιοριζόταν αισθητά εάν η χώρα αποχωρούσε από την ΕΕ.
.
.
Περαιτέρω, υπενθυμίζουμε πως η μείωση της ανεργίας στη Μ. Βρετανία δεν συνοδεύθηκε από την αύξηση της παραγωγικότητας, όπως είχε σχεδιασθεί – με αποτέλεσμα να μειωθούν σημαντικά οι πραγματικές αυξήσεις των μισθών. Εάν δε συνεχίσει να μην αυξάνεται η παραγωγικότητα, τότε η ανάκαμψη δεν θα τη βοηθήσει καθόλου – επειδή είτε θα κλιμακωθεί το χρέος της χώρας, είτε θα αναγκαστεί να αυξήσει το βασικό επιτόκια η κεντρική τράπεζα, για να αντιμετωπίσει τις πληθωριστικές πιέσεις.
Όσον αφορά τώρα την ποσότητα χρήματος, έχει αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό – με ρυθμό αντίστοιχο των πακέτων διευκόλυνσης της κεντρικής της τράπεζας. Επομένως, οι πληθωριστικές πιέσεις θα ενταθούν, όπως ακριβώς συμβαίνει με τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, εάν δεν ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα.
Εκτός αυτού, η διεθνής επενδυτική θέση της είναι αρνητική, το δημόσιο χρέος της από 52,3% του ΑΕΠ το 2008 έχει εκτοξευθεί στο 88,6% το 2015, οι τράπεζες της δεν είναι καθόλου υγιείς, ενώ ελλοχεύει μία φούσκα ακινήτων (άρθρο), η οποία δεν είναι απίθανο να εκραγεί πολύ σύντομα – αφού διατηρείται με τη βοήθεια της κεντρικής της τράπεζας, η οποία πριμοδοτεί ουσιαστικά τα ενυπόθηκα δάνεια. Τέλος, το μερίδιο της Μ. Βρετανίας στο παγκόσμιο εμπόριο ήταν της τάξης του 3,5% το 2011, με το 40% να αφορά τις υπηρεσίες – ενώ το 50% εξ αυτών κατευθύνεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
.
Το βρετανικό χρηματοπιστωτικό σύστημα
Ειδικά όσον αφορά το χρηματοπιστωτικό της σύστημα, το Λονδίνο είναι το μεγαλύτερο χρηματοοικονομικό κέντρο της Ευρώπης, ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο το σημαντικότερο μαζί με τη Νέα Υόρκη. Για το City του Λονδίνου, η συμμετοχή στην ΕΕ έχει πολύ μεγάλη σημασία – ενώ ταυτόχρονα επωφελείται από τον παγκόσμιο προσανατολισμό του. Οι συζητήσεις πάντως για ένωση του βρετανικού με το γερμανικό χρηματιστήριο συνεχίζονται (πηγή) – ένα ενδεχόμενο εξαιρετικά σημαντικό για την Ευρώπη.
Στις αγορές παραγώγων και συναλλάγματος, η Μ. Βρετανία κατέχει την πρώτη θέση παγκοσμίως – ενώ αποτελεί έναν από τους προσφιλέστερους τόπους εγκατάστασης των διεθνών κερδοσκοπικών κεφαλαίων, επενδυτικών εταιρειών, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και εταιρειών διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων.
Ως εκ τούτου, η χώρα αρνείται την υιοθέτηση της φορολογίας επί των τραπεζικών συναλλαγών που θέλει να επιβάλλει η ΕΕ, φοβούμενη τις συνέπειες για το χρηματοπιστωτικό της τομέα – η «προστιθέμενη αξία» του οποίου είναι 12% στην οικονομία της, ενώ συμβάλλει σημαντικά στα φορολογικά της έσοδα.
Λόγω της ισχυρής δικτύωσης του χρηματοπιστωτικού της τομέα με τον υπόλοιπο πλανήτη, η Μ. Βρετανία υπέφερε σε πολύ μεγάλο βαθμό από την κρίση του 2008 – ενώ αναγκάσθηκε να εθνικοποιήσει πολλές τράπεζες της με κρατικά μέσα, για να μην χρεοκοπήσουν. Το ίδιο θα συμβεί με την επόμενη κρίση – οπότε οφείλει να είναι πολύ προσεκτική με τις ενέργειες της.
Επειδή τώρα η κρίση έφερε στην επιφάνεια πολλά προβλήματα ρυθμιστικής και δομικής μορφής του συστήματος,η κυβέρνηση της χώρας ψήφισε έναν νόμο τον Απρίλιο του 2013, με τον οποίο αναβαθμίσθηκαν σημαντικά οι αρμοδιότητες της κεντρικής τράπεζας – όσον αφορά την επιτήρηση ολόκληρου του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
.
Επίλογος
Κρίνοντας από όλα τα παραπάνω, θα ήταν σχεδόν καταστροφική για τη Μ. Βρετανία η έξοδος της από την ΕΕ –γεγονός που είναι ασφαλώς γνωστό τόσο στην κυβέρνηση, όσο και στους Πολίτες της. Επομένως, πρόκειται κυριολεκτικά για άσφαιρα πυρά – μέσω των οποίων όμως η χώρα αποσπά όλο και περισσότερες παραχωρήσεις εκ μέρους της ένωσης.
Είναι επίσης γνωστό στην ΕΕ, η μοναδική ανησυχία της οποίας δεν είναι αυτού καθεαυτού η έξοδος της Βρετανίας, αλλά οι συνέπειες που θα είχε κάτι τέτοιο, όσον αφορά την συνοχή και την επιβίωση της – οπότε η χώρα το εκμεταλλεύεται, κυριολεκτικά χωρίς κανέναν ηθικό εκβιασμό. Μία ΕΕ πάντως χωρίς τη Βρετανία και με τη σημερινή Γερμανία θα μπορούσε να εξελιχθεί σε εφιάλτη όλων των Ευρωπαίων – συμπεριλαμβανομένης της πλειοψηφίας των Γερμανών Πολιτών.
Στο σημείο αυτό εύλογα αναρωτιέται κανείς εάν θα είχε τη δυνατότητα η Ελλάδα να ενεργήσει ανάλογα. Κατά την άποψη μας, ασφαλώς την έχει – πόσο μάλλον αφού διαθέτει έναν διπλό μοχλό πίεσης, λόγω του ευρώ. Δυστυχώς όμως, δεν έχει ούτε τη βρετανική ωριμότητα, ούτε μία κυβέρνηση που ήταν ικανή να διαπραγματευτεί σωστά – γεγονός που έχει τεκμηριωθεί πολλές φορές στο παρελθόν.
0 comments