Το νέο πρόβλημα της Ευρώπης, είναι η Γερμανία



της Judy Dempsey
Carnegie Europe 



Οι προσπάθειες της Angela Merkel να σχηματίσει μια κυβέρνηση συνασπισμού και να εξασφαλίσει την τέταρτη θητεία της ως Καγκελάριος της Γερμανίας κατέρρευσαν αργά την Κυριακή το βράδυ όταν οι Φιλελεύθεροι αποχώρησαν από τις διαπραγματεύσεις.



"Σήμερα δεν υπήρξε καθόλου πρόοδος αλλά μάλλον υπήρξαν καθυστερήσεις επειδή αμφισβητήθηκαν συγκεκριμένοι συμβιβασμοί”, τόνισε ο ηγέτης των Φιλελεύθερων, Christian Lindner. "Είναι καλύτερα να μην κυβερνήσουμε από το να κυβερνήσουμε με λάθος τρόπο. Αντίο σας!”.

Η Merkel, γνωστή για τις δεξιότητές της στο να σφυρηλατεί συμβιβασμούς, ήταν ολοφάνερο ότι βρέθηκε προ εκπλήξεως από την απόφαση του Lindner.

"Είναι μια ημέρα που προσφέρεται τουλάχιστον για μια βαθιά διερεύνηση του μέλλοντος της Γερμανίας”, δήλωσε η Merkel στους δημοσιογράφους μετά από τη λήξη των συνομιλιών. "Ως Καγκελάριος, ως υπηρεσιακός Καγκελάριος, θα κάνω τα πάντα για να εξασφαλίσω ότι η χώρα συνεχίζει να κυβερνάται καλά στις επόμενες δύσκολες εβδομάδες”, πρόσθεσε.

Ανεξαρτήτως του τι θα κάνει η Merkel μετά, η Γερμανία έχει γίνει το πιο πρόσφατο πρόβλημα της Ευρώπης. Οι προσδοκίες ότι η χώρα, υπό την ηγεσία της Merkel, θα είναι προβλέψιμη και σταθερή, δεν αποτελούν πλέον δεδομένο.

Η ΕΕ έχει υποστεί σοβαρό πλήγμα από την στασιμότητα των διαπραγματεύσεων για το Brexit, τη στιγμή που η ευρωζώνη χρήζει μεταρρύθμισης, και που ο Γάλλος πρόεδρος Emmanuel Macron περιμένει από τη Merkel να τεθεί επικεφαλής μιας νέας κυβέρνησης έτσι ώστε και οι δύο ηγέτες να μπορέσουν να προχωρήσουν με την διαμόρφωση της Ευρώπης. Για την ώρα, ο Macron είναι μόνος του στην προσπάθεια να αλλάξει την ΕΕ.

Ποτέ δεν ήταν εύκολο για την Merkel να σχηματίσει έναν συνασπισμό μεταξύ των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), των Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), των Φιλελευθέρων και των Πρασίνων.

Ο συνασπισμός τύπου Jamaica ήταν γεμάτος ήδη με μεγάλες διαφορές από την αρχή των διαπραγματεύσεων.

Το θέμα των προσφύγων και του ασύλου ήταν μόνο ένα από τα επίμαχα ζητήματα στις συνομιλίες για το συνασπισμό.

Οι βαριές απώλειες που υπέστη το συντηρητικό κόμμα στη διάρκεια των ομοσπονδιακών εκλογών του Σεπτεμβρίου, αποδόθηκαν στην πολιτική ανοιχτών θυρών της Merkel, η οποία οδήγησε περισσότερους από 1 εκατ. πρόσφυγες να εισέλθουν στη χώρα το 2015. Ως αποτέλεσμα, το ακροδεξιό, αντίμεταναστευτικό AfD έλαβε περισσότερο από το 12% των ψήφων φέτος -και μπήκε στη Βουλή για πρώτη φορά με 94 έδρες. Αυτό το αποτέλεσμα το κατέστησε το τρίτο μεγαλύτερο κόμμα στο κοινοβούλιο.


Στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, ο Horst Seehofer, ηγέτης του CSU, ήταν επίμονος σχετικά με το να επιβληθεί ένα πλαφόν για τους αιτούντες άσυλο, μαζί με την αντίθεσή του στην ένωση οικογενειών. Ο Seehofer ήθελε απεγνωσμένα να είναι όσο πιο σκληρός γίνεται έτσι ώστε να μειώσει τη δημοτικότητα του AFD εν όψει των περιφερειακών εκλογών του επομένου έτους. Εν ολίγοις, οι απόψεις του τις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες αφορούσαν στο πώς να ακουστούν περισσότερο στις διαπραγματεύσεις προκειμένου να τονώσει το CSU στη Βαυαρία.

Όσον αφορά τους Πράσινους, ήθελαν αυστηρότερα μέτρα για την περιβαλλοντική πολιτική.

Αλλά ήταν οι Φιλελεύθεροι που ήταν οι πιο καινοτόμοι στις προτάσεις τους. Ο Lindner ήθελε η νέα κυβέρνηση να αγκαλιάσει την ψηφιοποίηση, να εκσυγχρονίσει τους όμους περί ασύλου και να εισάγει μια καθυστερημένη φορολογική μεταρρύθμιση. Ήθελε επίσης να καταστήσει σταδιακά τον ειδικό φόρο για τα αναταλικά κρατίδια που εισήχθησαν μετά την επανένωση. Απρόθυμος να κάνει πίσω στις προεκλογικές του υποσχέσεις, ο Lindner έριξε λευκή πετσέτα λίγο πριν τα μεσάνυχτα.

"Χάθηκε μια ευκαιρία για να ξεπεράσουμε τα ιδεολογικά εμπόδια και να συμφωνήσουμε σε ρεαλιστικές λύσεις”, δήλωσε ο Eric Schweitzer, επικεφαλής του βιομηχανικού και εμπορικού επιμελητηρίου DIHK, στο Deutsche Presse-Agentur. "Αλλά το DIHK είναι πεπεισμένο ότι όλα τα μέρη τελικά θα μπορέσουν να βρουν λογικό συμβιβασμό”. Τουλάχιστον αυτό ελπίζει.

Είναι δύσκολο να δούμε τον Lindner να επιστρέφει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων εκτός κι αν υπάρξει μεγάλη αλλαγή από τα κόμματα. Εκτός αυτού, τυχόν εμπιστοσύνη που οικοδομηθηκε τις τελευταίες εβδομάδες μεταξύ των τεσσάρων πολύ διαφορετικών πολιτικών ομάδων, έχει καταστραφεί.

Οι επιλογές της Merkel είναι περιορισμένες.

Θα μπορούσε να σχηματίσει μια μειοψηφική κυβέρνηση, η οποία θα ήταν άνευ προηγουμένου για την μεταπολεμική περιοδο στη Γερμανία. Αλλά η σταθερότητα δεν θα ήταν εγγυημένη.

Θα μπορούσε να ζητήσει από τους Σοσιαλδημοκράτες να συμμετέχουν σε έναν ακόμη μεγάλο συνασπισμό. Αλλά υπάρχει μικρή διάθεση από το SPD για να ενισχύει τη Merkel, κάτι που έκανε από το 2013 μέχρι το 2017 ως ο μικρότερος εταίρος του κυβερνητικού συνασπισμού της. Το SPD αποφάσισε να μείνει στην αντιπολίτευση μετά από ένα απογοητευτικό εκλογικό αποτέλεσμα τον περασμένο Σεπτέμβριο.

Η άλλη επιλογή της Merkel είναι ο πρόεδρος Frank-Walter Steinmeier, ο οποίος θα μπορούσε να προκηρύξει νέες εκλογές. Αλλά είναι δύσκολο να δούμε το συντηρητικό κόμμα της Merkel ή τα άλλα κόμματα πλην του AfD, να τους αρέσει μια τέτοια προοπτική. Πραγματικά, ο Steinmeier κάλεσε όλα τα κόμματα να επιστρέψουν στις συνομιλίες, δηλώνοντας ότι είχαν μια υποχρέωση προς τους ψηφοφόρους τους να το κάνουν. Εκτός αυτού, υπάρχει ανησυχία και εκτός Ευρώπης στην ιδέα ότι η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης δεν θα μπορέσει να σχηματίσει μια νέα κυβέρνηση.

Είναι επίσης δύσκολο να δούμε τους επικριτές της Merkel στο κόμμα της να παραμένουν σιωπηλοί για το μέλλον του ηγέτη τους. Και εδώ είναι το ζήτημα, που αντιμετωπίζει η Γερμανία της Merkel. Η διακυβέρνηση της χώρας είναι ένα πράγμα. Το να ηγηθείς αυτής -με πυξίδα και προβάλλοντας νέες ιδέες- είναι ένα άλλο. Το τι θα γίνει στις επόμενες ημέρες, είναι απλώς εικασίες. Ένα είναι σίγουρο: η Ευρώπη είναι ασθενέστερη και η Γερμανία έχει γίνει απρόβλεπτη.

Capital.gr 
thumbnail
About The Author

0 comments