Γράφει ο Άγγελος Συρίγος*
Το 2012 η Τουρκία έθεσε την τελευταία κατά σειράν διεκδίκησή της έναντι της Ελλάδος. Δέκα ημέρες πριν από τις ελληνικές εθνικές εκλογές, δημοσίευσε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως απόφαση εκχωρήσεως αδειών έρευνας και εκμεταλλεύσεως στην τουρκική κρατική εταιρεία πετρελαίου ΤΡΑΟ για την Ανατολική Μεσόγειο. Οι άδειες περιελάμβαναν μεγάλα τμήματα της υφαλοκρηπίδας της Ρόδου και της Καρπάθου, ολόκληρη σχεδόν την υφαλοκρηπίδα του Καστελλόριζου και την κυπριακή ΑΟΖ δυτικά του νησιού. Είχε προηγηθεί μικρότερης εκτάσεως διεκδίκηση της Τουρκίας στην ίδια περιοχή το 2008.
Πώς προστατεύει η Ελλάδα τα δικαιώματα που έχει εντός της απολύτως προσδιορισμένης γεωγραφικά περιοχής που διεκδικεί η Τουρκία; Ο καθηγητής –και ένας από τους μεγάλους δασκάλους μου στο Διεθνές Δίκαιο– Χρήστος Ροζάκης απαντά: Μόνο με διάλογο (βλ. σχετ. «Η μεγάλη χίμαιρα, οι συντεταγμένες και το διεθνές δίκαιο της θάλασσας», «Καθημερινή», 3 Δεκεμβρίου 2017). Ο διάλογος έχει σκοπό να πείσει την Τουρκία να προχωρήσει σε συμφωνημένη οριοθέτηση στην περιοχή. Αλλιώς, οποιαδήποτε άλλη κίνησή μας θα οδηγήσει σε «ένοπλη ρήξη» με την Τουρκία. Αυτή η στάση εμφανίζεται ως συμμόρφωση προς τα άρθρα 74 και 83 της Συμβάσεως για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982. Εκεί πράγματι ορίζεται ότι η οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, σε περιπτώσεις που υπάρχει θαλάσσια στενότητα, πρέπει να γίνεται με συμφωνία των ενδιαφερομένων μερών.
Ας υποθέσουμε ότι η Ελλάδα αποφασίζει επιτέλους να εφαρμόσει τη σύμβαση του 1982 που προς το παρόν μόνον επικαλείται. Κατά την κρατούσα σε Αθήνα και Λευκωσία αντίληψη, στη συγκεκριμένη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου εφάπτονται η κυπριακή ΑΟΖ με την ελλαδική και την τουρκική υφαλοκρηπίδα. Επομένως πρέπει να υπάρξουν συμφωνίες οριοθετήσεως και με τις τρεις χώρες. Αυτό όμως είναι αδύνατον μεταξύ Κύπρου και Τουρκίας και απεδείχθη αδύνατον (μέχρι σήμερα τουλάχιστον) μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Σύμφωνα με τη διεθνή πρακτική, Ελλάδα και Κύπρος μπορούν να προχωρήσουν σε οριοθέτηση και να σταματήσουν λίγο πριν από το τριεθνές σημείο συναντήσεως των ορίων με την Τουρκία, ευελπιστώντας ότι στο μέλλον θα συμφωνήσει και η Άγκυρα.
Στο άρθρο μου που προκάλεσε την αντίδραση του κ. Ροζάκη («Πράγματα που γίνονται και δεν λέγονται», «Καθημερινή», 26 Νοεμβρίου 2017), είχα αναφέρει ότι εάν μας ενδιαφέρουν οι εντυπώσεις και η ένταση, μπορούμε να προχωρήσουμε σε μια τέτοια οριοθέτηση. Εάν μας ενδιαφέρει η ουσία –δηλαδή να δηλώσουμε διεθνώς τα ακριβή όρια της υφαλοκρηπίδας μας στην περιοχή για να τα προστατεύσουμε κατ’ ελάχιστον– καλυπτόμαστε εναλλακτικώς από την κατάθεση των σχετικών συντεταγμένων στην αρμόδια υπηρεσία του ΟΗΕ. Παράλληλη κατάθεση των κυπριακών συντεταγμένων για την ΑΟΖ στην ίδια υπηρεσία θα οδηγούσε σε έμμεση αλλά σαφέστατη οριοθέτηση.
Η μονομερής κατάθεση γεωγραφικών συντεταγμένων είναι μια πρακτική που ακολουθείται από τα κράτη, ελλείψει συμφωνίας, ως ελάχιστη κατοχύρωση των δικαιωμάτων τους σε θαλάσσιες περιοχές πέραν των χωρικών υδάτων. Μόνον στην περιοχή μας συντεταγμένες έχουν καταθέσει μονομερώς η Ισπανία (1998 & 2000), η Ιταλία (2011), η Κροατία (2005), το Ισραήλ (2011) και ο Λίβανος (2011). Ούτε πόλεμος έγινε ούτε απειλές πολέμου διατυπώθηκαν.
Αυτά ως προς το διεθνές δίκαιο και τη διεθνή πρακτική. Το επιχείρημα του κ. Ροζάκη όμως, εκτός από νομικό, είναι και πολιτικό: διάλογος με την Τουρκία για οτιδήποτε μπορεί να την ενοχλήσει αλλιώς θα μας κάνει πόλεμο. Ο διάλογος με την Τουρκία είναι καλοδεχούμενος αλλά να ξέρουμε τα όριά του. Από το 1974 έχουμε συζητήσει με την Άγκυρα επί 30 συνολικά χρόνια (1975-80, 1988, 1990-93, 1996-1998, 1999-2017). Ειδικά οι λεγόμενες «διερευνητικές συνομιλίες» έχουν κλείσει 15 χρόνια (2002-σήμερα). Για ποιο λόγο δεν τα έχουμε βρει έως τώρα; Να το θέσω κυνικά (για να καταλάβουμε και πώς διεξάγεται ο διάλογος όλα αυτά τα χρόνια): διότι οι απαιτήσεις της Τουρκίας ξεπερνούν κατά πολύ εκείνα που η Ελλάδα είναι διατεθειμένη να «δώσει» σε μια διαπραγμάτευση.
Η Τουρκία είναι ένας δύσκολος γείτονας. Θεωρεί ως αιτία πολέμου (casus belli) την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στο Αιγαίο, παραβιάζοντας βασικές αρχές του διεθνούς δικαίου. Για αυτό προτάθηκε η κατάθεση συντεταγμένων στον ΟΗΕ αντί της συμφωνημένης οριοθετήσεως με την Κυπριακή Δημοκρατία. Δεν χρειάζεται, όμως, μόνοι μας να επεκτείνουμε το casus belli σε οτιδήποτε εικάζεται ότι μπορεί να ενοχλήσει τη γείτονα. Καταλήγουμε στο ότι η Τουρκία μπορεί επισήμως να διεκδικεί τα πάντα σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, αλλά εμείς να περιμένουμε τη λύση μόνο με τον διάλογο.
Ύστερα, όμως, από τόσες δεκαετίες αδιέξοδου διαλόγου, η επίκλησή του χρησιμεύει μόνον ως άλλοθι για την ακινησία μας, που πλέον είναι κραυγαλέα. Είμαστε το μόνο από τα 149 παράκτια κράτη του πλανήτη που δεν έχει επεκτείνει τα χωρικά του ύδατα στα 12 μίλια. Θεωρούμε ότι περιττεύει η κήρυξη ΑΟΖ επειδή δεν είναι δυνατή η οριοθέτησή της. Δεν θεσπίζουμε ευθείες γραμμές βάσεως στις ακτές μας. Δεν κάνουμε αλιευτική ζώνη 12 μιλίων παρότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει σχετικό νομικό πλαίσιο. Μέχρι το 2011 και τον νόμο 4001 (γνωστό ως νόμο Μανιάτη) είχαμε εγκαταλείψει οποιαδήποτε σκέψη για εκμετάλλευση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων σε θαλάσσιες περιοχές, ακόμη και στο Ιόνιο ή στο Νότιο Κρητικό.
Ο κόσμος προχωρεί, το διεθνές δίκαιο εξελίσσεται, νέοι θεσμοί προκύπτουν, η τεχνολογία επιτρέπει την έρευνα σε μεγάλα θαλάσσια βάθη κι εμείς αρκούμαστε σε ρητορικές αναφορές για τη Σύμβαση περί Δικαίου της Θάλασσας που δεν εφαρμόζουμε. Είναι καιρός να αλλάξουμε σελίδα χωρίς φοβικά σύνδρομα περί πολέμων, αλλά παράλληλα με σύνεση και προσοχή.
* Ο κ. Άγγελος Μ. Συρίγος είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
0 comments