Η Ναυτική Εποποιία Των Βαλκανικών Πολέμων


Στο επιστολικό δελτάριο το θωρακισμένο καταδρομικό Γεώργιος Αβερωφ. Επίσης απεικονίζονται ο Παύλος Κουντουριώτης και ο εθνικός ευεργέτης Γ. Αβέρωφ.


Γράφει ο Υποπλοίαρχος Παναγιώτης Γέροντας ΠΝ, 
Επιτελής Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού 
Σαν σήμερα, 20 Νοεμβρίου του 1912 συνάπτεται δεκαπενθήμερη ανακωχή στο Μπαχτσέκιοϊ της Τσατάλτζας, μεταξύ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και Βουλγαρίας, η οποία εκπροσωπεί και τις κυβερνήσεις της Σερβίας και του Μαυροβουνίου. Έτσι, μόνο η Ελλάδα συνεχίζει τον πόλεμο εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ο Α’ Βαλκανικός ήταν Ναυτικός πόλεμος. Το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό ήταν αυτό που όχι μόνο κλείδωσε την ελληνική κυριαρχία στο Αρχιπέλαγος αλλά και συνετέλεσε ουσιαστικά στην κατίσχυση αυτής της ιδιότυπης βαλκανικής συμμαχίας εναντίον των Οθωμανών. Ιδιότυπης γιατί δεν υπήρχε κάποιος σχεδιασμός μοιρασιάς των εδαφών αλλά λειτουργούσε σε μια κατάσταση «ο,τι έδαφος προλάβει να καταλάβει ο καθένας». Επίσης τα αντιμαχόμενα συμφέροντα στην Μακεδονία έριχναν την απειλητική τους σκιά στην βαλκανική συνεργασία. Αμέσως μετά η Βουλγαρία θα επιτεθεί και στην Ελλάδα και την Σερβία.
Ευθύς εξ’ αρχής η Βουλγαρία δέχθηκε την συμμετοχή της Ελλάδος στην βαλκανική συμμαχία λόγω του ισχυρού ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Στην Σόφια γνώριζαν ότι αν δεν αποκόπτονταν οι συγκοινωνίες μεταξύ Μικράς Ασίας και Βαλκανίων, τότε η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα έστελνε σημαντικές ενισχύσεις, τελειώνοντας τα όνειρα των Βαλκανίων συμμάχων.
Ας δούμε το θέμα αναλυτικότερα. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία διατηρούσε στα ευρωπαϊκά της εδάφη 346.000 άνδρες ενώ οι Βαλκάνιοι Σύμμαχοι παρέτασσαν αναλυτικά: Ελλάδα 105.000, Βουλγαρία 305.000, Σερβία 223.000 άνδρες, Μαυροβούνιο 35.000, σύνολο 668.000 άνδρες. Από την παράθεση των αριθμών βγαίνει ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία χρειαζόταν να μεταφέρει ενισχύσεις από τις εφεδρείες στην Μικρά Ασία και τη Μέση Ανατολή για να αντιμετωπίσει τους Βαλκάνιους Συμμάχους.
Επειδή όμως το Αιγαίο είχε μετατραπεί από το Ελληνικό Ναυτικό σε mare clausum η Οθωμανική Αυτοκρατορία έπρεπε να χρησιμοποιήσει το φτωχό και απαρχαιωμένο χερσαίο και σιδηροδρομικό δίκτυο με αποτέλεσμα οι ενισχύσεις να μην φθάσουν ποτέ. Η Η Ελλάδα άλλως τε είχε «ως αντικειμενικό σκοπό να καταστεί εξάπαντος κυρίαρχος του Αιγαίου και να διακόψει τις θαλάσσιες συγκοινωνίες μεταξύ της Μικράς Ασίας και της Ευρωπαϊκής Τουρκίας» (Στρατιωτική Σύμβαση μεταξύ Ελλάδος και Βουλγαρίας, άρθρο 2, 22 Σεπτεμβρίου/ 5 Οκτωβρίου 1912).
Το Πολεμικό Ναυτικό είχε την τύχη να έχει «στο τιμόνι» τον Παύλο Κουντουριώτη. Ο Αρχηγός του Στόλου του Αιγαίου διέθετε το ασίγαστο πνεύμα των Υδραιων Ναυμάχων του 1821 αλλά και την γνώση της σύγχρονης με την εποχή του ναυτικής τακτικής. Αν και ο ίδιος δεν ήταν απόφοιτος της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων που είχε ιδρυθεί το 1884, είχε θητεύσει υπό τις διαταγές του αείμνηστου Λεωνίδα Παλασκα. Οι νεότεροι συνάδελφοι του, απόφοιτοι της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων τον θαύμαζαν (εν αντιθέσει με άλλους αποφοίτους προηγούμενων ναυτικών σχολών) αλλά και ο ίδιος ήταν κοινωνός των απόψεων των νέων Αξιωματικών του Ναυτικού. Ακόμα και η εγκατάσταση ναυτικής βάσης στο Μούδρο μαρτυρά το παραπάνω.
Ο Ελληνικός Στόλος με Αρχηγό τον Υποναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη άμεσα με την κήρυξη του πολέμου απελευθερώνει την Λήμνο και εγκαθιστά στον Μούδρο ταχύτατα ναυτική βάση. Αντιτορπιλικά αναλαμβάνουν την άγρυπνη φρούρηση των Δαρδανελλίων ενώ παράλληλα απελευθερώνονται τα νησιά του Βορείου Αιγαίου. Έχει μείνει η απελευθέρωση της Λήμνου ως έμπνευση του Παύλου Κουντουριώτη. Εν τούτοις αυτό δεν είναι αλήθεια. Η κατάληψη από τον Ελληνικό Στόλο των κοντινών στα Δαρδανέλια νησιών εξετάστηκε για πρώτη φορά στον ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 ενώ το 1900 ο αξιωματικός του Ναυτικού Δόσιος πρότεινε την άμεση κατάληψη της Λήμνου στο ξεκίνημα ενός νέου ελληνοτουρκικού πολέμου. Η ιδέα της καταλήψεως της Λήμνου κέρδισε περισσότερο έδαφος με το βιβλίο του Περικλή Αργυρόπουλου «Το Ναυτικό της Ελλάδος Πρόγραμμα». Σε αυτό το βιβλίο επαινούνταν οι Ιάπωνες που στον Ρωσο-ιαπωνικό Πόλεμο κατέλαβαν τους νήσους Elliot και έτσι και απείλησαν το εχθρό και προστάτευσαν τις θαλάσσιες μεταφορές τους. Στον Παύλο Κουντουριώτη πρέπει να του αποδοθούν η τόλμη και η άρτια οργάνωση της επιχείρησης. [Φωτάκης, Ζ (2012)»Διπλωματία στρατηγική και πολεμική ετοιμότητα: Η ελληνική ναυτική ισχύς και το διεθνές περιβάλλον, 1897-1913″ στο 1912-2012 εκατό χρόνια από την ναυτική εποποιία των Βαλκανικών Πολέμων, Υ.Ι.Ν.].
Σε λίγα νησιά η απελευθέρωση ήταν δύσκολη με χειρότερη περίπτωση αυτή της Χίου. Οι Οθωμανοί ήταν καλά οχυρωμένοι και άρχισαν να πυροβολούν με το που είδαν να πλησιάζουν οι λέμβοι. Στις μανιασμένες μάχες που ακολούθησαν, το ελληνικό αποβατικό άγημα αν και πιο ολιγάριθμο από το εχθρικό προσπαθούσε να εξοντώσει τους εχθρούς που είχαν καταλάβει δυσπρόσιτες θέσεις. Σε μια τέτοια θαρραλέα ελληνική επίθεση βρήκαν το θάνατο ο Ανθυποπλοίαρχος Νικόλαος Ρίτσος, ο νεαρός δόκιμος Ιωάννης Παστρικάκης και 20 Ναύτες του αγήματος. Παρόλα αυτά μόνο όταν εξουδετερώθηκαν οι οθωμανικές δυνάμεις στα ορεινά της Μυτιλήνης κατέστη δυνατόν να αποσταλούν σημαντικές ενισχύσεις στη Χίο. Στις 20 Δεκεμβρίου απελευθερώνεται η Χίος και οι εναπομείνασες οθωμανικές δυνάμεις παραδίδονται.
Η κυριαρχία όμως στο Αιγαίο κλείδωσε με τις Ναυμαχίες της Έλλης και της Λήμνου. Ιδιαίτερα μετά την δεύτερη ναυμαχία οι ζημιές των οθωμανικών πλοίων ήταν τόσο εκτεταμένες που ο αρχηγός των οθωμανικών Ενόπλων Δυνάμεων, αρχιστράτηγος Ναζίμ Πασά δήλωσε στο Κοινοβούλιο «Ο Στόλος έπραξε ό,τι ήτο δυνατόν. Δυστυχώς ουδέν δυνάμεθα, πλέον, να αναμένωμεν από αυτόν».
Στην Ναυμαχία της Έλλης στις 3 Δεκεμβρίου του 1912, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο η ελληνική τόλμη του Αρχηγού Παύλου Κουντουριώτη, η ευψυχία των ελληνικών πληρωμάτων καθώς και η τεχνολογική υπεροχή του θωρηκτού «Γεώργιος Αβέρωφ».
Ο Παύλος Κουντουριώτης αποδέσμευσε τον υπόλοιπο Ελληνικό Στόλο υψώνοντας επί της ναυαρχίδας του τη σημαία «Ζ» που σημαίνει «αι κινήσεις μου ανεξάρτηται» και εφόρμησε στον Οθωμανικό Στόλο με ταχύτητα 21 κόμβων με σκοπό να υπερφαλαγγίσει τα εχθρικά θωρηκτά και να διαγράψει τόξο από μπροστά τους. Επειδή όμως τα άλλα θωρηκτά είχαν μικρή ταχύτητα, το «Γεώργιος Αβέρωφ» πέρασε μόνο του ανάμεσα σε πυκνά πυρά των εχθρικών πλοίων και των επάκτιων πυροβολείων, πράγμα το οποίο πανικόβαλε τους Οθωμανούς που έκαναν στροφή και εισήλθαν με αταξία στα Στενά.
Ο παραπάνω αναφερθείς ελιγμός ονομάζεται «Διασταύρωση του Τ» και χρησιμοποιήθηκε στη ναυμαχία της Τσουσίμα από τα ιαπωνικά θωρηκτά εναντίον των Ρώσων. Στηρίζεται στην ιδέα ότι τα θωρηκτά του στόλου Α που «περνάνε» από την πλώρη των θωρηκτών του στόλου Β μπορούν να βάλουν με όλα τα πυροβόλα από την πλώρη μέχρι την πρύμνη, ενώ τα του στόλου Β μόνο με τα πυροβόλα της πλώρης.

Στο σχεδιάγραμμα εικονίζεται η «Διασταύρωση του Ταυ».

Στην συνέχεια το Οθωμανικό Ναυαρχείο κατέφυγε σε ένα τέχνασμα αντιπερισπασμού ούτως ώστε να απομακρύνει το «Γεώργιος Αβέρωφ» από τα Δαρδανέλλια. Το οθωμανικό καταδρομικό «Χαμηδιέ» διαφεύγοντας της προσοχής του επιτηρούντος Ελληνικού Στόλου, βγήκε από τα Δαρδανέλλια και έφτασε στη Σύρο και έβαλε κατά του επίτακτου «Μακεδονία» (2/1/1913) με αποτέλεσμα το τελευταίο να μείνει μισοβυθισμένο στο λιμάνι. Στην Αθήνα επικράτησε πανικός αλλά ο Παύλος Κουντουριώτης δεν πτοήθηκε ο Ελληνικός Στόλος συνέχισε να επιτηρεί τα Δαρδανέλια και το «Αβέρωφ» παρέμεινε στη θέση του.
Στις 5 Ιανουαρίου του 1913 ο Οθωμανικός Στόλος εξέρχεται των Στενών και πάλι επαναλαμβάνεται η ίδια κατάσταση. Ο «Γεώργιος Αβέρωφ» καταδιώκει τα εχθρικά πλοία και το ελληνικό πυρ ήταν πολύ εύστοχο, εν αντιθέσει με αυτό των Οθωμανών. Ο Οθωμανικός Στόλος εισέρχεται με πολλές βλάβες στα Στενά. Η ελληνική κυριαρχία στο Αιγαίο ήταν πια και επίσημη.
Ο Παύλος Κουντουριώτης στις δύο παραπάνω Ναυμαχίες ήταν ριψοκίνδυνος, αφού είχε εισέλθει στο πεδίο βολής των επάκτιων πυροβολειων των Δαρδανελίων. Το παραπάνω αποτελεί το μεγαλύτερο don’t στην ναυτική τακτική: ο πυροβολητής στην στεριά σκοπεύει τον στόχο ήρεμος και απερίσπαστος. Η υδραίικη ψυχή του Κουντουριώτη όμως ήξερε: η μη προβλεπόμενη κίνηση ήταν αυτή που πανικόβαλε τους Οθωμανούς.
Αυτά για τον Α’ Βαλκανικό γιατί και στον Β’ κατέστη σαφές ότι οι Βούλγαροι δεν θα αποσπούσαν παραλιακή πόλη από τους θαλασσοβατες Έλληνες. Αυτό φάνηκε ιδιαίτερα στις περιπτώσεις των επιχειρήσεων στο Τσάγεζι και της Καβάλας.
Το θωρηκτό «Αβέρωφ» υποστήριξε πολύ αποτελεσματικά τον Ελληνικό Στρατό που δεχόταν επίθεση από τον Βουλγαρικό στο Τσάγεζι, ενώ στη συνέχεια διενήργησε αποκλεισμό μαζί με άλλα ελληνικά πολεμικά στις ακτές της Θράκης. Τέλος το θωρηκτό «Αβέρωφ», τα αντιτορπιλικά «Λέων», «Λόγχη», «Ασπίς» και το εξοπλισμένο εμπορικό «Μυκάλη» διενήργησαν εικονική απόβαση στην Καβάλα με αποτέλεσμα να εκκενωθεί η πόλη από τους Βουλγάρους.
Στα σχολικά βιβλία όμως δεν προβάλλεται η ναυτική διάσταση των ελληνικών πολέμων. Αυτός είναι ο κύριος στόχος της Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού: η διάχυση της ναυτικής μας ιστορίας στην ελληνική κοινωνία. Τα λόγια του Θεμιστοκλή δείχνουν μια καθολική αλήθεια για την ελληνική ιστορία:
«Ἐστίν ἡμῖν πατρίς αἳ νῆες πεπληρωμέναι» (Η πατρίδα μας είναι τα πλοία με τα πληρώματα τους).
thumbnail
About The Author

0 comments