background

Ελεύθερος Αρθρογράφος

Μετα-νεωτερικότητα, Ολιστικότητα και Παγκοσμιοτητα υπό το Φως της Ελληνορθοδόξου Παραδόσεώς μας

αναδημοσίευση από τα Άρθρα και Πολιτικές Παρεμβάσεις
Ομιλία του τότε Σεβ. Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Χριστοδούλου
προς φοιτητές που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 4 Ιανουαρίου 1998.

.

Το τέλος του αιώνα και της χιλιετίας βρίσκει τον κόσμο σε μία πρωτοφανή σύγχυση, καθώς την περίοδο της κατάρρευσης των ιδεολογιών διαδέχθηκε η τωρινή μεταβατική περίοδος, γιά την οποίαν διατυπώνονται αντιφατικές θεωρίες και απόψεις, όπως π.χ. «σύγκρουση πολιτισμών» (Χάντινγκτον), ή «τέλος της ιστορίας» (Φουκογιάμα), πού, αντί να διαλύουν, μάλλον επιτείνουν την σύγχυση. Τό αποτέλεσμα είναι νά έχει ήδη αρχίσει νά διαφαίνεται το νέο κλίμα μέσα στο οποίο θα είμαστε προσεχώς όλοι υποχρεωμένοι νά ζήσουμε. Κύρια χαρακτηριστικά του φαίνεται πώς θα είναι:

  • η υποβάθμιση της αξίας του ανθρώπινου προσώπου,
  • η υποταγή του στην εξουσία,
  • η υποδούλωσή του στην ηλεκτρονική τεχνολογία.

Η κοινωνία των προσώπων ετοιμάζεται νά παραχωρήσει τη θέση της στην κοινωνία της πληροφορίας. Ο κατακλυσμός της πληροφορίας εγκυμονεί μέγιστα δεινά για την πολιτική ελευθερία του ανθρώπου και μεθοδεύει την εγκαθίδρυση ολοκληρωτικού συστήματος διακυβέρνησης του κόσμου με βάση τις πληροφορίες, και το καθεστώς αυτό δεν έχει καμία σχέση και συμβατότητα με την ελληνορθόδοξη παράδοση μας, αλλά αποτελεί έντεχνο τρόπο εισαγωγής στη ζωή μας ξένων προτύπων ζωής. Περισσότερο στην Ευρώπη και λιγότερο στην πατρίδα μας -επί του παρόντος- συνειδητοποιούμε μία νέα τάξη πραγμάτων πού διαμορφώνεται σιγά-σιγά αλλά σταθερά και καθορίζεται κατά βάσιν από τρεις άξονες:

  • τη Μετανεωτερικότητα,
  • την Ολιστικότητα και
  • την Παγκοσμιότητα.

Και οι τρεις αυτοί όροι έχουν γίνει πλέον του συρμού και τείνουν νά σφραγίσουν τις ιδεολογικές εξελίξεις της εποχής μας, χρήζουν δε βαθιάς ανάλυσης και σε βάθος έρευνας για νά αποδειχθεί το ουσιαστικό των περιεχόμενο και να υπάρξει η δυνατότης κριτικής τοποθέτησής μας έναντί των. Η εργασία όμως αυτή προαπαιτεί σοβαρή ανάλυση και μελέτη των φαινομένων του κόσμου μας, σε μια προσπάθεια προσπέλασης στον πυρήνα των ιδεών της εποχής μας. Η Μετα-νεωτερικότητα έγινε πρόσφατα κυρίαρχο ρεύμα στο επίπεδο των ιδεών της εποχής μας, ξεκινώντας από την τέχνη ως μετα-μοντερνισμός, καί περνώντας σύντομα στις πιο συστηματικές μορφές λόγου και έκφρασης. Η Μετα-νεωτερικότητα εκφράζει τη φιλοσοφία του τέλους των πάντων, ακόμη και του Θεού. Τα πάντα κατ’ αυτήν ισχύουν σχετικά και κανείς και τίποτε δεν δικαιούνται να προβάλουν αξιώσεις καθολικής ισχύος. Έτσι οι μεγαλεπήβολες θεωρίες, οι ουτοπίες, τα προγράμματα συνολικού μετασχηματισμού της κοινωνίας απωθούνται στο περιθώριο και επιζητείται η «ανοικτή κοινωνία» της ανοχής.

Εξ άλλου ένα άλλο τέλος, το τέλος της Ιστορίας ανασύρεται από τη εγγελιανή προβληματική του 19ου αιώνα για να ερμηνεύσει την κατάσταση του τέλους του 20ο αιώνα. Συναφές είναι και το τέλος της πολιτικής, ένεκα του πρωτείου της οικονομίας στη μεταμοντέρνα εποχή. Η κυριαρχία του οικονομικού μοντέλου αυτονομείται εντελώς στη διεθνοποιημένη κεφαλαιοκρατική κοινωνία του τέλους του 20ο αιώνα και κυριαρχεί σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής, βάζοντας στο περιθώριο τη σφαίρα της πολιτικής. Σύμφωνα άλλωστε με τις θεωρητικές κατευθύνσεις του οικονομικού φιλελευθερισμού, η πολιτική πρέπει νά ακολουθεί ασθμαίνουσα τις επιταγές της οικονομίας της αγοράς και του ελεύθερου εμπορίου, πού μηχανιστικά ξεπερνούν τα προβλήματα πού δημιουργούν και οδηγούν στην παραγωγή και αναπαραγωγή της κοινωνικής ζωής.

Παράλληλα μέσα στη Μετα-νεωτερικότητα κάπως πρόωρα προφητεύεται και το τέλος του έθνους-κράτους, πού πρέπει να υποχωρήσει και νά υποταχθεί στις ανάγκες της διεθνοποιημένης ενιαίας αλλά και περιφεριοποιημένης οκονομικής πραγματικότητας.

Στη Νέα Τάξη Πραγμάτων οι εθνικές και πολιτισμικές διαφοροποιήσεις προκαλούν μία πρόσκαιρη αναστάτωση πού όμως, είτε με τη βία, είτε με τη διαδικασία της πολιτισμικής ενσωμάτωσης στο κυρίαρχο μοντέλο, επιλύονται. Και ο λόγος περί τέλους δεν έχει τέλος. Πρόσφατη προφητεία διαβλέπει το τέλος της εργασίας. Τα αυξανόμενα ποσοστά ανεργίας πού εμφανίζονται σε όλες τις ανεπτυγμένες δυτικές κοινωνίες, ως παρεπόμενο της αναδιάρθρωσης των οκονομιών και της επανασχεδιοποίησης των επιχειρήσεων, στηρίζουν την εκδοχή αυτή.

Και έρχεται και το τέλος του πολιτισμού μας, πού είχε ως βάση το νευτώνειο-καρτεσιανό υπόδειγμα του αναλυτικού ορθολογισμού. Ίσως σ’ αυτή τη σειρά του τέλους, να μπορεί να ενταχθεί και το τέλος του Θεού.

Γύρω στα 1900 ο Θεός είχε περάσει «στη συνταξιοδότηση». Το μοντέρνο αστικό πρόγραμμα είχε πλέον καταφέρει νά γκρεμίσει την κορυφή της πυραμίδας του μεσαιωνικού-σχολαστικού κοσμοειδώλου και πλέον στους μεταμοντέρνους καιρούς ο Θεός και το Απόλυτο δεν γίνονται καν αντικείμενο απορίας. Έτσι αφού ο Λόγος χρησιμοποιήθηκε για να γκρεμίσει το Θεό από τους ουρανούς, γκρεμίζεται τώρα και ο ίδιος και αυτοκαταστρέφεται.

Ο Λόγος υποσχέθηκε την ελευθερία και έφερε τον ολοκληρωτισμό, συνδέθηκε με τον πολιτισμό και οδήγησε στη βαρβαρότητα και στα πρόθυρα του ολοκληρωτικού αφανισμού του πολιτισμού. Οι απόλυτες αξιώσεις του Λόγου σχετικοποιούνται και αντικαθίστανται από τη νέα σκέψη. Η υψίστη έννοια του Λόγου, η έννοια της ουσίας καταγγέλλεται ως μύθος και αντικαθίσταται από την έννοια της λειτουργίας.

Τέλος ο λόγος περί του τέλους φθάνει και στο τέλος του Ανθρώπου, του ανθρώπινου υποκειμένου ως ανόμοιας, ανεπανάληπτης, αυτοσυνείδητης και ελεύθερης προσωπικότητας. «Αν το 19ο αιώνα το πρόβλημα ήταν ότι ο Θεός πέθανε -παρατηρεί ο Erich Fromm- τον 20ό αιώνα Το πρόβλημα είναι ότι πέθανε ο άνθρωπος, ότι ο άνθρωπος είναι νεκρός».

Σήμερα ο κάθε άνθρωπος της μεταμοντέρνας κοινωνίας βιώνει το τέλος του μέσα στο «σιδερένιο κλουβί του ρασιοναλισμού και της γραφειοκρατίας» των κοινωνιών της αλλοτρίωσης, πού μετατρέπουν τον ίδιο και τους συνανθρώπους του σε αριθμούς, σε στατιστικά μεγέθη εναλλάξιμα μεταξύ των. Ετσι η Μετα-νεωτερικότητα, παρά τον φανταχτερό και πομπώδη τίτλο της, φέρνει μαζί της το γνωστό από τους αρχαίους μύθους και τις αρχαίες θρησκείες θέμα του τέλους του κόσμου. Ο μεταμοντερνισμός συναντά έτσι την αρχαία εσχατολογία.

Αλλά αυτός ο λόγος έχει και τον αντίλογό του. Υπάρχουν διανοούμενοι πού υποστηρίζουν τη συνέχεια έναντι του τέλους. Ο αντίλογος αυτός κατευθύνεται τόσο στο λόγο για το τέλος των ιδεολογιών, όσο και στον υπεραισιόδοξο λόγο για τις «μαγικές» ικανότητες της σύγχρονης τεχνολογίας, οι εφαρμογές της οποίας λέγεται ότι θα αποτελέσουν τη λύση και την πανάκεια για όλα τα προβλήματα του ανθρώπου.

Πρέπει να παύσουν η κοινωνία και οι εποχές νά προσδιορίζονται από τα δημιουργήματα του ανθρώπου και νά αρχίσουν νά προσδιορίζονται από τους ίδιους τους ανθρώπους. Δηλ. πρέπει νά μεταβούμε πλέον από τη βιομηχανική κοινωνία, όχι στην κοινωνία της πληροφορίας αλλά στην ανθρώπινη κοινωνία.

Με την Ολιστικότητα επιδιώκεται η αναγωγή των λεπτομερειών σε γενικότητες. Τούτο σημαίνει ότι τα επί μέρους στοιχεία του πολιτισμού υποχωρούν εμπρός στα γενικά και οι ιδιαιτερότητες των παραδόσεων, πού διαπλάθουν τις αυτοσυνειδησίας, παραχωρούν θέση σε γενικές αρχές κοινά αποδεκτές από τους περισσοτέρους. Με άλλα λόγια η ολιστικότητα, ως φιλοσοφικό ρεύμα, οδηγεί στη σταδιακή αποσάθρωση κάθε ιδιαιτερότητας και λυμαίνεται την αξία του προσώπου, πού από τη φύση του οριοθετείται από την αποκλειστικότητα και τη μοναδικότητα και μόνο υπό τις προϋποθέσεις αυτές αποτελεί τη βάση κάθε πολιτισμού.

Τελικά φαίνεται πώς η νέα φιλοσοφία της ζωής μας, αφού αρνείται τις λεπτομέρειες, μεθοδεύει τη μαζοποίηση, στην οποίαν έχουμε ήδη αρχίσει νά συνηθίζουμε. Η εξίσωση πού επιχειρείται των πάντων είναι η αναγκαία συνέπεια αυτής της λογικής. Οι άνθρωποι σήμερα κατευθύνονται προς τον πνευματικό ευνουχισμό και το μόνο πού τους απέμεινε είναι νά ομιλούν χωρίς κανείς νά τους ακούει. Έχουν μετατραπεί σε ετεροπροσδιοριζόμενα άτομα.

Εξ άλλου με την Παγκοσμιότητα αποσύρεται ίσως οριστικά από το προσκήνιο της ιστορίας η ανάγκη της ιδιοπροσωπίας των λαών και καταργούνται τα τείχη μεταξύ όχι μόνον των ιδεών, πού άλλοτε διεχώριζαν και διέκριναν τους πολιτισμούς και τους λαούς, αλλά και αυτών των κατ’ ιδίαν χαρακτηριστικών των. Η νέα τάση εμπεδώνεται ολοένα και περισσότερο και καλλιεργεί το πνεύμα ισοπέδωσης των πάντων και δημιουργίας συνθηκών απονεύρωσης των επί μέρους γνωρισμάτων πολιτισμών και ιδεολογιών.

Παγκοσμιότης σημαίνει μία κοινή ενόραση και προοπτική με βάση τις επιλογές του ισχυρού. Υποχώρηση και ίσως και εξαφάνιση της τοπικότητος, πού βιώνεται στην καθημερινότητα, και της παραδοσιακότητος, πού τρέφει με τους χυμούς της το δένδρο της ζωής μας.

Ολιστικότης, κατά ταύτα, και Παγκοσμιότης απομακρύνονται από τις επί μέρους παραδόσεις, τις θρησκείες, τις γλώσσες, τις εκφραστικές μορφές κάθε λαού και αποβλέπουν στην οικοδόμηση μιας Νέας Εποχής, όπου τίποτε από όλα αυτά δεν θα μπορεί νά διακρίνει πια τους λαούς. Πρόκειται για το φαινόμενο του συγκρητισμού, της σύγκρασης δηλ. θρησκειών, πολιτισμών, παραδόσεων, πού υπήρξε στην ιστορία πρόδρομος της κατάλυσης ολόκληρων κόσμων. Και βέβαια στη βάση της επιδίωξης λέγεται -πρός πρόληψιν αναμενόμενων αντιδράσεων- ότι βρίσκεται η αναζήτηση της ενότητας όλων σε μία ενιαία κοινότητα τρόπου ζωής και κατανόησης του κόσμου.

Το δέλεαρ της ενότητας συνεπαίρνει τους αμύητους, όμως η παραλυτική απειλή κατά της προσωπικότητας και της αυτοσυνειδησίας είναι προφανής. Όλος ο κόσμος γίνεται πλέον όχι μόνο μία γειτονιά εξ επόψεως επικοινωνίας, οικονομίας, πολιτικής, αλλά και μία οικογένεια από έποψη πολιτιστική. Αυτό για την Ευρώπη είναι ήδη επιθυμητή επιδίωξη με την καθιέρωση του 4ου Πυλώνα, μιας γραμμής πού, με βάση τις πολιτιστικές καταβολές των ευρωπαϊκών λαών, οριοθετεί την κοινή μας ευρωπαϊκή πνευματική και πολιτισμική προέλευση και πορεία, με απώτερο στόχο την επίτευξη της πνευματικής ενότητος μέσα στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πού τώρα απουσιάζει.

Η Ευρώπη όμως σήμερα και γενικότερα η Δύση περνούν μία βαθιά πνευματική κρίση, πού οριοθετείται από τον θρησκειακό συγκρητισμό ή ρελατιβισμό. Καθολικισμός και προτεσταντισμός έχουν περάσει από την εκκοσμίκευση στην αλλοτρίωση, πού λεηλατεί τις ψυχές. Αυτά πού συμβαίνουν σήμερα στη Δύση γεννούν μελαγχολικές σκέψεις για το μέλλον του δυτικού πολιτισμού. Όταν «χριστιανικά» κράτη απαγορεύουν τη δημόσια προσευχή σε σχολεία, για να μη θίγονται οι διαφωνούντες, όταν «χριστιανικά» πανεπιστήμια διδάσκουν τη θεολογία μαζί με τον σατανισμό, όταν βλέπει κανείς την έκταση της παιδικής πορνείας στις «χριστιανικές» κοινωνίες, τότε γίνεται νοητή η άμεση ανάγκη για μετάγγιση γνήσιου αίματος Χριστιανισμού στις αλλοτριωμένες κοινωνίες της Δύσης και μαζί και Ελληνισμού.

Η Μετα-νεωτερικότητα στηρίζεται, ως ήδη ελέχθη, στο τέλος των πάντων, και αυτού του ανθρώπου. Η Ολιστικότητα διευκολύνει τη διολίσθηση σε ένα κλίμα γενικών θεωρήσεων και η Παγκοσμιότητα ισοπεδώνει τα πάντα εν ονόματι της ενότητας των λαών. Αυτά όλα σημαίνουν ότι ο άνθρωπος, όπως τον εγνωρίζαμε μέχρι τώρα, δεν έχει πολλές ελπίδες επιβίωσης. Παρά τους διθυράμβους πού ακούονται για τα ανθρώπινα δικαιώματα και για την αξιοπρέπεια του ανθρώπου στην εποχή μας, εν τούτοις η μεθόδευση αντιβαίνει στη διατήρηση της ανθρώπινης οντότητος. Είναι βεβαίως γοητευτικά τα συνθήματα των ρευμάτων αυτών και εύκολα παρασύρουν τους πολλούς, δεδομένου ότι η διαχεόμενη αντίληψη είναι ότι η νέα χιλιετία μας θέτει ενώπιον νέων προοπτικών ως προς την διαφύλαξη της αξίας του ανθρώπινου προσώπου, πού αποτελεί τη βασική και θεμελιώδη «θέση» του Ελληνοχριστιανισμού.

Μπροστά σ’ αυτή τη νέα πραγματικότητα η Ελλάς καλείται να λάβει θέση. Το ζητούμενο βέβαια δεν μπορεί να είναι ο «βησσαριωνισμός», δηλ. η ένταξη και αφομοίωση μας από τη Δύση. Αυτό, ενώ θα μας εξοντώσει, δεν πρόκειται σε τίποτα να ωφελήσει τη Δύση. Αυτό που καλούμεθα να κάνουμε είναι να μείνουμε αυτό που είμαστε, δηλ. Έλληνες και Ορθόδοξοι και αυτό συμφέρει όχι μόνο στη Δύση αλλά και σε εμάς. Είναι προϋπόθεση της επιβίωσης μας.

Η ευρωπαϊκή ιστοριογραφία που διέγραψε τον βυζαντινό μας πολιτισμό και τον διαχώρισε από τη φυσική του ρίζα, «πέρασε» κάποτε και στους δικούς μας ιστορικούς, με αποτέλεσμα να επιβληθεί και εδώ μια προκατάληψη εναντίον της ίδιας της ιστορίας μας. Το Βυζάντιο καλύφθηκε από τόνους λάσπης που έκρυψαν για πολλά χρόνια από την εθνική μας μνήμη τον «ένδοξο μας βυζαντινισμό» και δημιούργησαν θλιβερά κενά στην «ελληνοβυζαντινή» σύνθεση.

Έτσι, και μόνο χάρις στις επιστημονικές και υπεράνθρωπες προσπάθειες ενός Παπαρρηγόπουλου, ενός Ζαμπέλιου, ενός Ζακυθηνού και ορισμένων άλλων, κατορθώθηκε να περισωθούν η εθνική μας υπερηφάνεια και ταυτότητα. Η ελληνική Πολιτεία τραγικά ανυποψίαστη για όσα τεκταίνονται και σήμερα σε βάρος του Ανθρώπου στη Δύση, ασχολείται μονόπλευρα με την ανόρθωση της οικονομίας και μόνο, στην οποία στηρίζει αποκλειστικά τις ελπίδες για επιβίωση του έθνους. Αγνοώντας προφανώς ότι δεν είναι μόνο τα οικονομικά μεγέθη εκείνα που εξασφαλίζουν στους λαούς την ουσιαστική ακμαιότητα και την ιστορική διάρκεια.

Μεγάλη ευθύνη όμως για την πορεία του τόπου μας και το προς τη Δύση «άνοιγμα» της έχει και η Εκκλησία, που εκφράζεται με την Ορθοδοξία. Και η Ορθόδοξη Εκκλησία μας οφείλει να λάβει υπεύθυνη θέση μπροστά στο πρόβλημα, αποβάλλουσα τη φιλάρεσκη εσωστρέφεια της. Αν δεν το πράξει, δεν θα έχει αυτοκαταδικασθεί μόνο στη συνείδηση του έθνους, αλλά και θα έχει απαρνηθεί μια καίρια διαχρονική αποστολή της.

Η αποχή είναι επικίνδυνη γιατί προδίδει έλλειψη ισχυρών αντανακλαστικών, αυτοπεποίθησης, φόβο αφομοίωσης, απουσία πίστης. Και οδηγεί στο περιθώριο της ιστορίας και των συνειδήσεων. Αλλά και η τοποθέτηση είναι πρόβλημα. Γιατί προϋποθέτει την προηγούμενη απαλλαγή από τις αγκυλώσεις και τις παγιδεύσεις στις οποίες έχει από πολλών ετών περιέλθει η αυθεντικότητα και γνησιότητα του ευαγγελικού μηνύματος της Εκκλησίας. Οι καιροί όμως δεν περιμένουν και η Πατερική Ορθοδοξία οφείλει και μπορεί να αναμετρηθεί με τον σύγχρονο κόσμο. Όχι μόνο για χάρη της Ελλάδος, αλλά και για χάρη του Ανθρώπου.

Με διάθεση ρήξης με τα κατεστημένα της σκοπιμότητος για μια ποιότητα ζωής έξω από τη νοησιαρχία, μακριά από τη μαζοποίηση μπορεί να στηρίξει τον παραπαίοντα άνθρωπο των ημερών μας. Και με την προοπτική για τη ζωή και τον άνθρωπο που, χωρίς να είναι καινοφανής, μπορεί να είναι ανακαινιστική.

Αυτός υπήρξε πάντοτε ο ρόλος της Εκκλησίας ήδη από τον 4ο αιώνα, τότε που ήλθε σε ρήξη με την ειδωλολατρεία, προβάλλοντας το μήνυμα της «καινής εν Χριστώ κτίσεως». Και αργότερα το ίδιο συνέβη όταν ήλθε σε σύγκρουση με τη Δύση, προτείνοντας το όραμα της ζωντανής ανατολικής παράδοσης.

Είναι πρωτοφανούς οξύτητος τα προβλήματα πού αντιμετωπίζει ο σημερινός άνθρωπος. Και απίστευτης αγριότητος και ισχύος οι δυνάμεις πού απειλούν νά καταστρέψουν τους νέους, νά διαλύσουν τις οικογένειες, να μετατρέψουν τους λαούς σε σύνολα χωρίς ιστορία και χωρίς προοπτική.

Η σημερινή τάση στον δυτικό κόσμο είναι η αντικατάσταση των κλασσικών Γραμμάτων, του χριστιανισμού, των ηθικών αξιών, του δυτικού εν γένει πολιτισμού, από τον συγκρητισμό, πού αναμειγνύει τα πάντα σε ένα αμάλγαμα, από τον θρησκευτικό ολοκληρωτισμό, από τη φασίζουσα διανόηση. Η Ορθοδοξία δεν είναι ρομαντικό ιδεολόγημα κατάλληλο για νεφελώδεις ερεσχελίες, αλλά είναι μία πρόταση πού σαρκώνει με ταπείνωση την ελπίδα του πεπτωκότος ανθρώπου των ημερών μας. Τα στοιχεία της οικουμενικότητος και καθολικότητος πού τη χαρακτηρίζουν δεν έχουν κάποια σχέση ούτε με τη μετα-νεωτερικότητα, ούτε με την ολιστικότητα ή παγκοσμιότητα, όπως τις εκδέχεται η Νέα Τάξη του κόσμου.

«Για να είσαι κοσμοπολίτης, πρέπει πρώτα να γίνεις Έλληνας» έλεγε ο Γ. Τσαρούχης. Και ο Ελληνισμός διασώζεται μέσα στην Ορθοδοξία. Ας το καταλάβουμε επί τέλους όλοι μας και ιδίως οι νέοι. Η Εκκλησία οφείλει τα προβλήματα του λαού να τα υιοθετήσει δίδουσα τις ευκταίες λύσεις των. Και σήμερα η Νέα Τάξη και η Νέα Εποχή αποτελούν τα μεγαλύτερα προβλήματα για την επιβίωσή μας. Εκείνο δε πού έχει απόλυτη ανάγκη ο λαός μας σήμερα είναι η προσεκτική και με πόνο πατρίδος και ψυχών προσπάθεια όλων μας, νέων, ανθρώπων των Γραμμάτων, κληρικών, επιστημόνων, εργαζομένων να δούμε ποια είναι τα προβλήματά μας και ποιες οι λύσεις των, τι πρέπει να κάνει η Εκκλησία που δεν μπορεί ή δεν πρέπει να κάνει η Πολιτεία. Ή τι μπορούν να προσφέρουν και οι δύο μαζί σε μία αγαστή συνεργασία για το καλό του τόπου μας.

Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος είχε δηλώσει ότι «η Ορθοδοξία, παρά τις σημερινές δυσκολίες, θα είναι η Εκκλησία της τρίτης χιλιετίας», εμπεδώνοντας μέσα μας την πίστη στη διαχρονικότητα της ανατολικής μας παράδοσης, αυτής που διακρίνει εμάς τους Έλληνες αλλά και μας στεφανώνει ιστορικά. Την ίδια εκτίμηση για την πίστη μας έκανε προ ετών και ο Steven Runciman τονίζοντας ότι μετά από 50 χρόνια στο ιστορικό προσκήνιο θα υπάρχει μόνο η Ορθοδοξία. Οι εκτιμήσεις αυτές είναι προφητικές και μη αναλώσιμες. Η «τεχνοκρατική» και «οικονομική» και «μαζική» εποχή μας, όπου ο απλός άνθρωπος κινδυνεύει άμεσα να παύσει να είναι μια ανεπανάληπτη αξία, και να μετατραπεί σε κωδικό αριθμό, καλεί όλους μας σε επαγρύπνηση για να περισώσουμε το πρόσωπό μας και να το γλιτώσουμε από τις αναπόφευκτες παρενέργειες των συστημάτων που διαφεντεύουν τη ζωή μας.

Ο «μαζάνθρωπος» εκφράζεται με μια τυποποιημένη μορφή. Από το ντύσιμο μέχρι το φαγητό και από την κοινωνική συμπεριφορά μέχρι την ηθική τοποθέτηση, κώδικες σχεδόν ομοιόμορφοι αρχίζουν να διέπουν τον τρόπο σκέψεως και δράσεως των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο. Ο άνθρωπος χωρίς σύνορα, ο κοσμοπολίτης, κολακεύεται να πιστεύει πως ανήκει στην προοδευτική παράταξη. Κατ’ αλήθειαν ανήκει στην ανεστιότητα των βαρβάρων, στις φανφάρες των συνθημάτων, στους χαμένους ορίζοντες. Ο άλλος, αυτός που έχει θρησκεία και πατρίδα και οικογένεια και αξίες, αυτός χρειάζεται σήμερα το Γένος μας. Και η Ορθοδοξία αυτόν τον τύπο διαπλάθει και στηρίζει. Τον άνθρωπο με την αυτοσυνειδησία και την ταυτότητα. Οι καιροί επιβάλλουν, εν όψει και των διαγραφομένων εξελίξεων, ένα ευρύτερο άνοιγμα της Εκκλησίας προς τον κόσμο με όραμα και ελπίδα. Το οικουμενικό και ταυτόχρονα το ελληνορθόδοξο όραμα.

Το ευχάριστο είναι πως οι νέοι μας ξύπνησαν πια από τον λήθαργο της κομματικής κραιπάλης και των άλλων παρεκκλίσεων και επιστρέφουν στις παραδοσιακές μας αξίες. Δεν είναι μόνο οι έφηβοι, που στη «Βουλή των εφήβων» έδειξαν ένα άλλο, καινούριο πρόσωπο της μικρής νεολαίας μας, που κατέπληξε και στήριξε τις ελπίδες μας. Είναι και η άλλη νεολαία, που η πρόσφατη έρευνα της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς έφερε στο προσκήνιο. Η νεολαία αυτή (15-29 ετών) εκδήλωσε τη συντηρητική στροφή της, δηλ. το αγκάλιασμα των παραδοσιακών αξιών, της οικογένειας, της πίστης, της πατρίδας. Οι νέοι αυτοί με την ωριμότητα τους δείχνουν πως μπορούμε να τους εμπιστευθούμε και να στηρίξουμε επάνω τους χρηστές ελπίδες. Με αυτές τις προϋποθέσεις θα πρέπει να παραδεχθούμε πως μπορούμε να ελπίζουμε. Δεν έχει φθάσει το τέλος της ιστορίας και πολύ περισσότερο του κόσμου. Έχουμε το δικαίωμα να μείνουμε όρθιοι.

Η Ορθοδοξία και η Ελληνικότητά μας είναι δύο ισχυρά ερείσματα εναντίον της μαζοποίησης και ισοπέδωσης των πάντων. Αυτός ο λαός έχει πλούσια ιστορία και δικαιούται να ζήσει ειρηνικά, χωρίς να κινδυνεύει να αφομοιωθεί, χωρίς να διατρέχει τον κίνδυνο αποκοπές του από τις ρίζες του. Τα σύγχρονα φιλοσοφικά ρεύματα που διασταυρώνονται υπέρ τας κεφαλάς μας δεν φαίνεται να θίγουν την ελληνική ψυχή μας και ιδίως των νέων μας, παρά τις λυσσαλέες προσπάθειες εκείνων, που σαν τερμίτες ροκανίζουν συστηματικά τα θεμέλια μας. Χάριτι Θεού η Ορθοδοξία στη νέα χιλιετία φαίνεται πώς θα είναι η διέξοδος στα αδιέξοδά μας. Σε όποιον το αρνείται, ας αντιτάξουμε τους στίχους του Αλεξανδρινού:

Για τές θρησκευτικές μας δοξασίες ο κούφιος Ιουλιανός είπεν: «Ανέγνων, έγνων, κατέγνων». Τάχατες μας εκμηδένισε με το «κατέγνων» του…
Τέτοιες εξυπνάδες όμως πέρασι δεν έχουνε σ’ εμάς τους χριστιανούς. «Ανέγνως, αλλ ουκ έγνως. Ει γαρ έγνως, ουκ αν κατέγνως» απαντήσαμεν αμέσως.

.

Σελίδα Πηγής
Αρχική Πηγή: Η ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος (νεκρός σύνδεσμος)
Η φωτογραφία είναι από τη Wiki


thumbnail
About The Author

0 comments