“Γ. Αβέρωφ”, ο κρίσιμος παράγοντας για τη νίκη ενός ολόκληρου πολέμου και το σήμερα

10 χρόνια μετά το τέλος του “επονείδιστου” 1897, ο ελληνικός στόλος βρισκόταν σε μια περίοδο παρακμής, αποτελούμενος μόνο από μερικά τορπιλοβόλα και τρια παλιά γαλλικά “θωρηκτά”.

Απέναντί του στεκόταν ο οθωμανικός στόλος που περνούσε φάση αναγέννησης υπό τη διεύθυνση Γερμανών αξιωματικών, στρατιωτικών συμβούλων και προαγωγών της γερμανικής πολιτικής στη Μεσόγειο. Υπό τη διεύθυνσή τους, μεγάλα χρηματικά ποσά κατευθύνονταν στη ναυπήγηση νέων τελευταίας τεχνολογίας καταδρομικών μάχης και θωρηκτών, με συμφωνίες που περιείχαν ευρύτερα συμφέροντα αναπτυξιακών προγραμμάτων και χρηματοδότησης γερμανικών τραπεζών (όπως ο περιβόητος Baghdad-Bahn, ένας σιδηρόδρομος που θα ένωνε την Κωνσταντινούπολη με τη Βαγδάτη μέσα από τις ανέγγιχτες από τον δυτικό πολιτισμό ακόμα περιοχές της Ανατολής σε μια συμφωνία που συνοδευόταν από δικαιώματα εκμετάλλευσης των ορυκτών κοιτασμάτων εκατέρωθεν της γραμμής).

Το θωρηκτό ‘Ψαρά’ του 1885

Το ελληνικό Βασιλικό Ναυτικό παρακολουθούσε με προσοχή και ανησυχία τις εξελίξεις και έβλεπε πως προγραφόταν το μέλλον στο Αιγαίο. Έναντι των ελληνικών παρωχημένων “παρακτίων θωρηκτών” κλάσης ‘Ύδρα’, που παραγγέλθηκαν από τον Τρικούπη το 1885 και είχαν ήδη ξεπεραστεί παρά την αναβάθμιση “Μέσης Ζωής” τους, όπως θα λέγαμε σήμερα, ο Οθωμανικός Στόλος είχε φροντίσει και είχε αποκτήσει δύο θωρηκτά κλάσης ‘Bradenburg’ του γερμανικού ναυτικού (τα SMS Kurfürst Friedrich Wilhelm και SMS Weissenburg που μετονομάστηκαν σε Barbaros Hayreddin και Turgut Reis αντίστοιχα) και θα παρέτασσε σύντομα το θωρηκτό Abdül Kadir ενώ έκανε κινήσεις απόκτησης τεσσάρων συνολικά θωρηκτών κατηγορίας Dreadnought από τη Μεγάλη Βρετανία, ένα που βρισκόταν σε προχωρημένο στάδιο ναυπήγησης αλλά χωρίς ανάδοχο (το πρώην Rio de Janeiro της Βραζιλίας που ακύρωσε την παραγγελία στη μέση) και τρία ακόμα που παρήγγειλε για την ίδια (η κλάση Reşadiye, που θα παρέτασσε τα Reşadiye, Reshad-I-Hamiss και Fatih).

Επιπλέον αυτών, το Οθωμανικό ναυτικό μπορούσε να υπολογίσει σε πέντε καταδρομικά ενώ άλλα τέσσερα βρίσκονταν σε διάφορα στάδια ναυπήγησης. Ήταν παραπάνω από προφανές πως ενώ η Ελλάδα βυθιζόταν στην κρίση της οικονομίας και των κοινωνικών αναταραχών από την αποτυχία του πολέμου του ’97 και την δεινή κατάσταση του Οικονομικού Ελέγχου, η Τουρκία μεθοδικά έκανε άλματα που θα την καθιστούσαν σύντομα μια αναγεννημένη υπερδύναμη άξια να ανταγωνιστεί τις ναυτικές δυνάμεις της Μεσογείου, τη Βρετανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Αυστρο-Ουγγαρία (ναι, υπήρχε και στόλος) και φυσικά, να κυριαρχήσει στο Αιγαίο και στην Κρήτη χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο. Αν ο στρατός δεν κατάφερε να σταματήσει τον οθωμανικό στρατό στην ξηρά, τί θα έκανε με άλλον έναν στα νώτα του υποστηριζόμενο από τα πυροβόλα του οθωμανικού στόλου;

Από άποψης μεγεθών η κατάσταση έδειχνε απελπιστική. Η ισχύς ενός ναυτικού μετριόταν με το άθροισμα του διαμετρήματος των πυροβόλων των κυρίων πολεμικών του πλοίων. Τα τρία ελληνικά ‘ironaclad’ (θωρακοβάριδες, πλοία χαμηλής ταχύτητας για τον έλεγχο των περασμάτων και σίγουρα όχι για γρήγορους ελιγμούς και ναυμαχίες στην ανοιχτή θάλασσα) είχαν καθένα τρία πυροβόλα των 10,8 in (270mm) και πέντε των 5,9in (150 mm). That’s all! Από την άλλη, τα τουρκικά θωρηκτά παρέτασσαν το 1909 ένα εντυπωσιακό άθροισμα πυροβολικού:

2 × 150mm
8 × 120mm
4 × 105 mm (4.1 in)
12 × 57 mm (2.2 in)
6 × 47mm
18 × 37mm

Σύντομα αναμενόταν η ολοκλήρωση της ναυπήγησης του θωρηκτού Abdül Kadir που θα προσέθετε επιπλέον 4 × 11-inch (28 cm) ενώ η παραγγελία των Dreadnought θα έβαζε στον όρμο του Haydarpasa, έδρα του στόλου εκστρατείας συνολικά 30 × 13.5 in (34 cm) και 14 × 12 in (30 cm). Σε αυτά δεν υπολογίζονταν το πυροβολικό των ελαφρών καταδρομικών, των 18 συνολικά παλιών θωρακοβάριδων που ναυλοχούσαν σε σημαντικά λιμάνια ως σκοποί και των δεκάδων τορπιλοβόλων, αντιτορπιλικών και θωρακισμένων κορβετών.

Η οθωμανική ναυαρχίδα, θωρηκτό “Barbaros Hayreddin”

Το μέλλον προέβλεπε την έκλειψη του ελληνικού ναυτικού από το Αιγαίο και τις ακτές που υποτίθεται πως θα προστάτευε αλλά οι όροι ήταν εναντίον του σε κάθε περίπτωση. Η λύση αναζητήθηκε (και πάλι) σε συζητήσεις ενώ μια καυτή και παντελώς ανούσια αντιπαράθεση ξεκίνησε στη Βουλή και στους καφενέδες των Αθηνών και Πειραιώς για τα αίτια του πολέμου του ’97, την ευθύνη των πολιτικών, τον βαθμό μειοδοσίας τους, τους φυγόστρατους και την ισχύ των Μεγάλων Δυνάμεων που -όπως και στην Κρήτη- θα παρενέβαιναν καθοριστικά χωρίζοντας τους αντιμαχομένους.

Μήπως όλα αυτά ακούγοντα ύποπτα οικεία;

Το 1909 επανάσταση του στρατού στην Αθήνα ανέτρεψε τα πολιτικά προγνωστικά φέρνοντας στην εξουσία τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο. Παρόλο που έμεινε επί ένα έτος στην εξουσία, έγινε γρήγορα σαφές πως οι εκπρόσωποι του Συνδέσμου δεν επιθυμούσαν να κυβερνήσουν σαν δικτατορία αλλά να φέρουν στην εξουσία δυνάμεις που υπό άλλες συνθήκες θα ήταν αποκλεισμένες από την πολιτική με στόχο, εκείνο που ο Σύνδεσμος επιθυμούσε πρώτιστα, να τεθούν σε δράση οι μηχανισμοί αναδιοργάνωσης και επανεξοπλισμού του Στρατού και του Στόλου. Το ίδιο έτος έγινε και μια άλλη ανατροπή. Αναζητώντας έτοιμες λύσεις για την άμεση ενίσχυση του στόλου ανακαλύφθηκε η ευκαιρία απόκτησης ενός ιταλικού ημιτελούς καταδρομικού που ναυπηγείτο στο Λιβόρνο της Ιταλίας. Το θωρακισμένο καταδρομικό έφερε πυροβόλα 4x 234 cm και 8x 190 cm και ταχύτητα 23 κόμβων. Η προκαταβολή δόθηκε από το καταπίστευμα του Αλεξανδρινού (καταγόμενου από το Μέτσοβο) ευεργέτη Γεωργίου Αβέρωφ που είχε αφήσει 8 εκ. δραχμές για αγορά εκπαιδευτικού πλοίου. Με τις ανάγκες να είναι παραπάνω από επιτακτικές, η Ελλάδα έδωσε τα χρήματα καλύπτοντας το 1/3 της τιμής του πλοίου ενώ τα άλλα 15 περίπου εκατομμύρια καλύφθηκαν από δωρεές και το Ταμείο Στόλου με όλους τους Έλληνες σχεδόν να συνεισφέρουν στην αγορά του. Την ίδια χρονιά, η Τουρκία αποκτούσε τα δύο γερμανικά θωρηκτά προσθέτοντας επιπλέον 12 × 28 cm (11 in) πυροβόλα στην ισχύ του στόλου της.

H Ελλάδα με κεφαλή το ‘Αβερωφ’ και τη συνεισφορά των άλλων παλιών αλλά αξιόπιστων θωρηκτών, επενδύοντας σε νέες εξωτικές τεχνολογίες (υδροπλάνα-βομβαρδιστικά, υποβρύχια) αλλά και στην καλή κατάρτιση και τολμηρή δράση αξιωματικών όπως ο ναύαρχος Κουντουριώτης και ο υποπλοίαρχος Βότσης νίκησε δις τον τουρκικό στόλο, βύθισε εχθρικά πλοία και εκκαθάρισε το Αιγαίο καλύπτοντάς το με την αδιαμφισβήτητη ισχύ του για 100 χρόνια.

Σήμερα, 100 χρόνια μετά, η Ελλάδα αντιμετωπίζει τα ίδια προβλήματα. Η Τουρκία παραμένει ένας φιλόδοξος, αναθεωρητικός και δραστήριος γείτονας που διεκδικεί, απειλεί και ναυπηγεί δικά της πλοία ενώ αναβαθμίζει την ισχύ της στη θάλασσα διαφημίζοντας την επικείμενη επέκτασή της στο “γαλάζιο” που θεωρεί δικό της. Η Ελλάδα παραμένει οχυρωμένη, βυθισμένη σε μια οικονομική κρίση που ακόμα δεν έχει περάσει, με μάλλον νεφελώδη και αδιάκριτα συμφέροντα και στόχους. Οι τελευταίες κινήσεις εξοπλισμού του Ναυτικού και της Αεροπορίας είναι παρήγορες αλλά καταδεικνύουν μόνο την αβελτηρία των προηγουμένων δεκαετιών. Κανένα συνεπές πρόγραμμα, καμιά σαφής στοχοθέτηση για τη θέση της χώρας στο Αιγαίο, στα Βαλκάνια ή στην Ανατολική Μεσόγειο πέρα από ευχολόγια και με τους εξοπλισμούς να θεωρούνται “διακοσμητικά” στοιχεία που μπορούν να αναβληθούν για άλλη χρονιά ή τετραετία μέχρι που συνειδητοποιεί κανείς ότι δεν έχει φρεγάτες ή υποβρύχια μικρότερα από την ηλικία του κυβερνήτη τους και ότι έχει ξεπεραστεί τραγικά από τις εξελίξεις.

ο ευπατρίδης Γεώργιος Αβέρωφ

Στα 2021, στα 200 χρόνια από την επανάσταση της Παλιγγενεσίας ανακαλύπτουμε πως χρειάζεται ξαφνικά ένας νέος ‘Αβέρωφ’ κι ένας νέος ευεργέτης για να σύρει την πορεία των παλιών και νέων συστημάτων και να αποκρούσει για ακόμα μια φορά τα βέβηλα χέρια των (νεο)Οθωμανών. Προσπαθούμε να είμαστε αισιόδοξοι. Υπάρχουν ακόμα και στο τελευταίο λεπτό ευκαιρίες για την ανατροπή. Υπάρχουν ευπατρίδες για να προσφέρουν, όπως αποδείχθηκε πρόσφατα, πολεμικά πλοία για να αλλάξουν ξαφνικά χέρια ανατρέποντας ή σώζοντας τις ισορροπίες και γνωρίζουμε πως οι τολμηροί και ριζοσπάστες στη σκέψη επαγγελματίες του πολέμου ποτέ δεν έλλειψαν από τις Ένοπλες Δυνάμεις. Γνωρίζουμε τέλος πως ο λαός θα σταθεί και πάλι στο πλευρό αυτών των προσπαθειών παρά τις παραφωνίες μιας θλιβερής και ψυχιατρικά ασταθούς μειοψηφίας. Ζητείται όμως ο νέος ‘Αβέρωφ’ για να κάνει την αρχή. Σε αυτό μόνο μπορούμε να ελπίζουμε.

Πηγή: https://www.ptisidiastima.com/

thumbnail
About The Author

0 comments