Η βρετανική υστερία

231
Ο πραγματικός φόβος των αγορών δεν είναι η έξοδος της Βρετανίας και οι οικονομικές συνέπειες της, αλλά η πιθανότητα να προκαλέσει τη διάλυση της ΕΕ και της Ευρωζώνης – κάτι που τρομοκρατεί τις Η.Π.Α., το χρηματοπιστωτικό σύστημα και τους ελίτ.
.
«H M. Thatcher ήταν η πρώτη που είχε αντιληφθεί ότι, η συμμετοχή της Μ. Βρετανίας στην εσωτερική αγορά της ΕΕ ήταν απολύτως απαραίτητη, λόγω της εξειδίκευσης της στον τομέα των υπηρεσιών – όχι μόνο στο χρηματοπιστωτικό σύστημα αλλά, επίσης, στους κλάδους του Δικαίου, της λογιστικής, των ΜΜΕ, της έρευνας κοκ. Για τις μεγάλες όμως εξαγωγικές χώρες της ΕΕ, όπως είναι η Γερμανία ή η Γαλλία, είναι αδιάφορο εάν η Βρετανία είναι μέλος της ΕΕ ή μόνο του ΠΟΕ.
Εάν τώρα η Βρετανία επέλεγε την έξοδο της από την ΕΕ, θα έπρεπε να διαπραγματευθεί μία συμφωνία σύνδεσης μαζί της, όπως συμβαίνει με την Ελβετία και τη Νορβηγία – οι οποίες δεν είναι μέλη της ΕΕ. Εύλογα λοιπόν η Κομισιόν θα πρότεινε στη Βρετανία μία ανάλογη συμφωνία – αφού δεν θα ήθελε να έλθει σε αντίθεση με τις δύο άλλες χώρες. Ακόμη περισσότερο, εάν προέβαινε σε παραχωρήσεις, τότε αφενός μεν θα απαιτούσαν αντίστοιχες η Ελβετία και η Νορβηγία, αφετέρου οποιοδήποτε άλλο κράτος αποφάσιζε να εγκαταλείψει την ΕΕ, θα είχε μεγαλύτερα κίνητρα να το επιχειρήσει» (πηγή).
.
Ανάλυση
Όσο πλησιάζει η ημέρα του βρετανικού δημοψηφίσματος, τόσο περισσότερο αυξάνεται η αγωνία – ειδικά των επενδυτών, οι οποίοι όμως ουσιαστικά αναζητούν κάποια αφορμή για να εγκαταλείψουν τις αγορές. Ειδικότερα, αφενός μεν φοβούνται τις σειρήνες του κραχ (άρθρο) που ηχούν ακατάπαυστα, αφετέρου δεν γνωρίζουν πότε θα συμβεί ή/και εάν προηγηθεί μία ακόμη μεγέθυνση της φούσκας – οπότε λειτουργούν μανιοκαταθλιπτικά και αγελαία, με τις ανάλογες συνεχείς διακυμάνσεις των τιμών που παρατηρούνται στα χρηματιστήρια.
Έχοντας αναφερθεί αναλυτικά στις γενικότερες επιπτώσεις τυχόν εξόδου στη Βρετανίας σε άρθρο μας από το Φεβρουάριο (πηγή), σημειώνοντας πως το Economist ερεύνησε το τι θα συμβεί σε κάθε κλάδο (πηγή), ενώ εξέδωσε οδηγίες (πηγή), δεν υπάρχει λόγος να το επαναλάβουμε – τονίζοντας ξανά πως τυχόν επικράτηση του «ΟΧΙ στην ΕΕ» δεν σημαίνει πως την επόμενη ημέρα θα αποχωρήσει η Βρετανία.Αντίθετα, το αγγλικό Κοινοβούλιο πρέπει να το εγκρίνει προηγουμένως, επειδή το δημοψήφισμα δεν είναι απόφαση αλλά πρόταση, ενώ στη συνέχεια θα χρειαστούν τουλάχιστον δύο χρόνια διαπραγματεύσεων.
Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι απίθανο να επικρατήσει το «ΟΧΙ στην ΕΕ» αφού, σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, προηγείται ελαφρά (πηγή) – ενώ το τι θα συμβεί στην περίπτωση της αποχώρησης είναι εντελώς ανοιχτό, επειδή θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τις διαπραγματεύσεις που θα ακολουθήσουν.
Βέβαια δεν θα έλθει ούτε η συντέλεια του κόσμου, όπως αναφέρεται σε πολλά καταστροφολογικά σενάρια που κυκλοφορούν, ούτε θα διασωθεί η ΕΕ από τη Γερμανία – ενώ οι επιδράσεις στους επί μέρους κλάδους και στις οικονομίες τόσο της Βρετανίας, όσο και της υπόλοιπης Ευρώπης είναι αδύνατον να προβλεφθούν, όσο και αν προσπαθούν τα οικονομικά περιοδικά.
Τα γερμανικά ΜΜΕ πάντως φαίνεται να είναι θορυβημένα σε πολύ μεγάλο βαθμό, κρίνοντας από τις αναφορές τους – σύμφωνα με τις οποίες η έξοδος της Βρετανίας θα έχει σοβαρότατες συνέπειες για την Ευρώπη (πηγή). Εν τούτοις κάνουν μεγάλο λάθος, αφού όλα θα εξαρτηθούν από τις διαπραγματεύσεις που θα ακολουθήσουν – όπου μπορεί να φαντασθεί κανείς οτιδήποτε, ξεκινώντας από την επιστροφή στους κανόνες του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου, οι οποίοι εμπεριέχουν επίσης δασμούς, έως την υιοθέτηση όλων των συμφωνιών του ελευθέρου εμπορίου που έχει υπογράψει η ΕΕ.
Το πιθανότερο είναι πάντως μία ευρύτερη προνομιακή συνεργασία της Βρετανίας με την ΕΕ, όπως αυτή της Νορβηγίας (μέλος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Ζώνης – άρθρο), όπου θα συνεχίσουν να της επιβάλλονται οι νόμοι και οι κανόνες της ΕΕ, χωρίς όμως να μπορεί να τους διαπραγματεύεται. Κάτι ανάλογο συμβαίνει επίσης με άλλες χώρες που δεν είναι μέλη της ΕΕ, όπως η Ελβετία και η Ισλανδία – οπότε ίσως η έξοδος δεν είναι συνώνυμη με την απελευθέρωση από τα δεσμά που ονειρεύονται οι οπαδοί του ΟΧΙ.
Η ευκαιρία
Από την άλλη πλευρά, η έξοδος της Βρετανίας θα μπορούσε να αποτελέσει μία πολύ μεγάλη ευκαιρία για την Ευρώπη – εάν δεν υπήρχε η Γερμανία και η πολιτική της φτωχοποίησης που εφαρμόζει (ανάλυση), ενώ φυσικά δεν το επιθυμεί καθόλου η αμερικανική κυβέρνηση, πιστός υπηρέτης του χρηματοπιστωτικού τέρατος και των ελίτ.
Εν προκειμένω με την έννοια ότι, θα «απελευθερωνόταν» η ΕΕ από τοCity του Λονδίνου, από το φορολογικό παράδεισο δηλαδή που έχει ως δεύτερη κατοικία του, μετά τη Wall Street, το χρηματοπιστωτικό τέρας – με αποτέλεσμα να μην έχει (η ΕΕ) τη δυνατότητα να «ρυθμίζει τις αγορές», επειδή ασκείται πάντοτε βέτο από το δεύτερο μεγαλύτερο χρηματοπιστωτικό κέντρο του πλανήτη. Βέβαια πρόκειται για μία ουτοπική ελπίδα, αφού οι «λομπίστες» των αγορών και της ελίτ δεν κατοικούν μόνο στο Λονδίνο – έχοντας προ πολλού κυριαρχήσει στις Βρυξέλες και στη Φρανκφούρτη.
Περαιτέρω, όλοι γνωρίζουν πως η Βρετανία, το αργότερο από την εποχή της M. Thatcher, είναι ο Δούρειος Ίππος του ακραίου νεοφιλελευθερισμού και των ασύδοτων αγορών εντός των τειχών της ΕΕ – ενώ σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας δεν λειτουργεί ουσιαστικά ως μέλος της ΕΕ, αλλά ως η 51η Πολιτεία των Η.Π.Α. Είναι λοιπόν υπέρ της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας, υπέρ των επικίνδυνων παρεμβάσεων του ΝΑΤΟ στην ήπειρο μας (άρθρο), υπέρ των ασύδοτων, μη ρυθμισμένων αγορών, υπέρ του χρηματοπιστωτικού κτήνους κοκ. – οπότε δεν αποτελεί το αντίπαλο δέος της Γερμανίας, αλλά μία ακόμη απειλή για την Ευρώπη των Πολιτών της.
Εν τούτοις, είτε εγκαταλείψει η Βρετανία την ΕΕ, είτε όχι, το πρόβλημα δεν θα λυθεί – ενώ ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός έχει χάσει πλέον τη λάμψη του και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, όπου όλο και περισσότεροι Πολίτες αναζητούν εναγωνίως πραγματικές εναλλακτικές δυνατότητες, καθόλου εύκολο να βρεθούν. Η επιθυμία δε των Βρετανών να αποδεσμευθούν από την ΕΕ είναι στα πλαίσια της «αλλαγής παραδείγματος» που βιώνει ο πλανήτης (άρθρο) – αποτελώντας το επακόλουθο της και όχι την αιτία.
Το πραγματικό πρόβλημα λοιπόν δεν είναι η παραμονή ή μη της Βρετανίας στην ΕΕ, τα υπέρ και τα κατά, οι ζημίες ή τα κέρδη – αλλά το ότι η Ευρώπη χρειάζεται ένα όραμα, την επιστροφή της στις κοινές αξίες, καθώς επίσης στόχους και προοπτικές ανάκτησης της κοινωνικής συνοχής και της βιώσιμης ανάπτυξης της. Χωρίς θύτες και θύματα, καθώς επίσης χωρίς μεγάλα κράτη ηγεμόνες και μικρές χώρες προτεκτοράτα.Πρέπει να γίνει ξανά μία Ευρώπη των Πολιτών της και όχι μία περιοχή που το 99% μετατρέπεται σταδιακά σε σκλάβους χρέους και σε ανήμπορους υπηκόους του 1%.
Διαφορετικά είναι ίσως καλύτερο να διαλυθεί, προτού δημιουργηθούν ακόμη περισσότερα προβλήματα – τα οποία θα μπορούσαν να προκαλέσουν οδυνηρούς εμφυλίους πολέμους και καταστροφικές διακρατικές συγκρούσεις. Προφανώς πολύ πιο έντονες από αυτές που διαπιστώνονται ήδη – όπου οι Έλληνες κατηγορούν τους Γερμανούς, οι Γερμανοί τους Γάλλους (άρθρο) κοκ.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, εάν δεν βρεθεί μία πραγματική λύση, είτε μείνει η Βρετανία είτε όχι, είτε είναι καλύτερα είτε μη, θα διαλυθεί τόσο η ΕΕ, όσο και η Ευρωζώνη – αφού οι φυγόκεντρες δυνάμεις που έχουν κυριαρχήσει στην τελευταία είναι τεράστιες.
Από αυτήν την πλευρά, η ανησυχία των επενδυτών είναι απολύτως δικαιολογημένη – αφού το ευρώ είναι το δεύτερο μεγαλύτερο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, τυχόν κατάρρευση του οποίου, πόσο μάλλον ανεξέλεγκτη, θα έχει τρομακτικές συνέπειες για ολόκληρο τον πλανήτη.
.
Ακολουθεί μία νομική αναφορά που αφορά το θέμα της εθελουσίας ή μη εξόδου μίας χώρας από την ΕΕ, η οποία αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την έξοδο από την Ευρωζώνη (άρθρο), από την πηγή που παραθέτουμε στο τέλος:
Εθελούσια αποχώρηση από την ΕΕ
Στις υφιστάμενες συνθήκες δεν προβλέπεται ρήτρα αποχώρησης για κάποιο κράτος μέλος που επιθυμεί να αποχωρήσει από την Ένωση – ενώ οι εν λόγω συνθήκες έχουν συναφθεί με αόριστη διάρκεια. Το μόνο προηγούμενο σχετικώς υπήρξε η αποχώρηση της Γροιλανδίας το 1985. Η εν λόγω μεταβολή εδαφικής εφαρμογής των συνθηκών κατέστη δυνατή έπειτα από τροποποίηση των συνθηκών που κυρώθηκε από όλα τα κράτη μέλη. Το Σύνταγμα εισάγει ρήτρα εθελούσιας αποχώρησης, κάτι που αποτελεί σημαντική καινοτομία (άρθρο I-60).
Η αποχώρηση δύναται να πραγματοποιηθεί ανά πάσα στιγμή και δεν συνδέεται με τις αναθεωρήσεις του Συντάγματος ή με άλλες προϋποθέσεις. Το κράτος μέλος που επιθυμεί να αποχωρήσει γνωστοποιεί την πρόθεσή του στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το οποίο επιλαμβάνεται της αίτησης αυτής.Η Ένωση προβαίνει σε διαπραγμάτευση με το εν λόγω κράτος μέλος της συμφωνίας που καθορίζει τις λεπτομέρειες της αποχώρησής του – οπότε ρυθμίζει το πλαίσιο των μελλοντικών του σχέσεων με την Ένωση.
Η διαδικασία που εφαρμόζεται είναι η διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρο ΙΙΙ-325. Η συμφωνία αυτή συνάπτεται εξ ονόματος της Ένωσης από το Συμβούλιο των Υπουργών, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, μετά από έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.Επισημαίνεται ότι, ο αντιπρόσωπος του κράτους μέλους που επιθυμεί να αποχωρήσει δεν συμμετέχει ούτε στις αποφάσεις ούτε στην ψηφοφορία.
Το ευρωπαϊκό Σύνταγμα παύει να ισχύει στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας αποχώρησης – ή, ελλείψει τέτοιας συμφωνίας, δύο έτη μετά τη γνωστοποίηση της επιθυμίας για αποχώρηση προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι δυνατόν, κατόπιν ομόφωνης απόφασης και σε συμφωνία με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, να παρατείνει το διάστημα αυτό. Το ανωτέρω γεγονός σημαίνει ότι, η αποχώρηση δύναται να τεθεί σε ισχύ χωρίς τη συναίνεση της Ένωσης. Συνεπώς, αυτή η ρήτρα εθελούσιας αποχώρησης αποτελεί σημαντική καινοτομία. Το κράτος μέλος που αποχώρησε από την Ένωση είναι δυνατόν να προσχωρήσει εκ νέου σε αυτήν, ακολουθώντας τη συνήθη διαδικασία προσχώρησης που προβλέπεται στο άρθρο I-58.
Αποβολή από την Ευρωπαϊκή Ένωση
Η λέξη «αποβολή» δεν υπάρχει σε καμία συνθήκη. Υπάρχει όμως η «αναστολή συμμετοχής» σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος, δεν πληροί πλέον τα κριτήρια. Η ρήτρα αναστολής εισήχθη στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (άρθρο 7) με τη συνθήκη του Άμστερνταμ.
Η ρήτρα αυτή προβλέπει ότι σε περίπτωση παραβίασης από κράτος μέλος των αρχών επί των οποίων βασίζεται η Ένωση (ελευθερία, δημοκρατία, σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, και Κράτος Δικαίου), μπορούν να ανασταλούν ορισμένα δικαιώματα του εν λόγω κράτους μέλους (για παράδειγμα, το δικαίωμα ψήφου στο Συμβούλιο). Αντίθετα, οι υποχρεώσεις που βαρύνουν το εν λόγω κράτος θα συνεχίσουν να το δεσμεύουν.
Με πρόταση από το 1/3 των χωρών (9 χώρες) για «αναστολή» και έγκριση από τα 4/5 των μελών (22 χώρες), μια χώρα μπορεί να οδηγηθεί στην έξοδο από την Ε.Ε. Για να αποβληθεί λοιπόν μια χώρα από την Ε.Ε. πρέπει να το προτείνουν τουλάχιστον 9 εταίροι και να το ψηφίσουν (εγκρίνουν) τουλάχιστον 22.
Η συνθήκη της Νίκαιας ολοκλήρωσε τη διαδικασία αυτή με έναν μηχανισμό πρόληψης. Βάσει πρότασης του ενός τρίτου των κρατών μελών, της Επιτροπής ή του Κοινοβουλίου, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με πλειοψηφία τεσσάρων πέμπτων των μελών του και αφού λάβει τη σύμφωνη γνώμη του Κοινοβουλίου, μπορεί να διαπιστώσει ότι υφίσταται σαφής κίνδυνος παραβίασης των θεμελιωδών δικαιωμάτων από ένα κράτος μέλος και του απευθύνει τις κατάλληλες συστάσεις. 
Τότε, εάν το συμμετέχον κράτος μέλος δεν πληροί πλέον τα κριτήρια ή δεν μπορεί πια να τηρήσει τις δεσμεύσεις των άρθρων 1 και 2 του Πρωτοκόλλου για τη μόνιμη διαρθρωμένη συνεργασία, το Συμβούλιο μπορεί να εκδώσει απόφαση για την αναστολή της συμμετοχής του κράτους αυτού.
Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία. Μόνο τα μέλη του Συμβουλίου που αντιπροσωπεύουν τα συμμετέχοντα κράτη μέλη,αποκλειομένου του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, λαμβάνουν μέρος στη ψηφοφορία. Η ειδική πλειοψηφία ορίζεται βάσει του άρθρου 205, παράγραφος 3, στοιχείο α), της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πηγήmapress).
thumbnail
About The Author

0 comments