Tου David Gardner
Financial Times
Η νέα κυβέρνηση της Τουρκίας σχηματίστηκε την προηγούμενη εβδομάδα με διαταγή του πρόεδρου Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος έδειξε ποιος έχει τον έλεγχο, προεδρεύοντας στο πρώτο υπουργικό της συμβούλιο.
Ο νέος του πρωθυπουργός, Μπιναλί Γιλντιρίμ, τον οποίο επέλεξε ο ίδιος, ανακοίνωσε ότι «το πιο σημαντικό καθήκον του» θα είναι να μετατοπίσει την Τουρκία από το κοινοβουλευτικό σύστημα στο προεδρικό, νομιμοποιώντας τις εξουσίες που ήδη έχει αποκτήσει ο κ. Ερντογάν.
Είναι αλήθεια πως υπάρχει μια ανωμαλία στην υφιστάμενη δομή εξουσίας. Ο κ. Ερντογάν έγινε ο πρώτος απευθείας εκλεγμένος πρόεδρος της Τουρκίας το 2014, μετά από 11 χρόνια θητείας ως πρωθυπουργός, δημιουργώντας ερωτήματα για το ποιος είναι ο πραγματικός κυρίαρχος.
Η απάντησή του ήταν να μεταφέρει την εκτελεστική εξουσία από τα γραφεία του πρωθυπουργού σε αυτά της προεδρίας. Το σχέδιό του τώρα είναι να αλλάξει το σύνταγμα, να μετατρέψει σε de jure αυτό που είναι ήδη de facto.
Αλλά αυτή η πορεία προς την κυριαρχία της «ενός ανδρός αρχής» έρχεται σε μια στιγμή που η Τουρκία φαίνεται ευάλωτη: πολιτικά, οικονομικά και τοπικά.
Η προηγούμενη χρονιά αναλώθηκε σε δύο γενικές βουλευτικές εκλογές. Το νεο-ισλαμιστικό κόμμα ΑΚP του κ. Ερντογάν, το AKP, έχασε την πλειοψηφία τον Ιούνιο και την ανέκτησε τον Νοέμβριο, με τη βοήθεια της αναθέρμανσης των συγκρούσεων ανάμεσα στις τουρκικές δυνάμεις ασφαλείας και τους Κούρδους αντάρτες, που έστρεψαν τις σκληροπυρηνικές εθνικιστικές ψήφους προς το κυβερνών κόμμα. Ωστόσο, αν και δεν έχουν προγραμματιστεί νέες εκλογές ως το 2019, η αναζήτηση του προέδρου για ανεξέλεγκτη κυριαρχία θα κρατήσουν την Τουρκία σε μόνιμη προεκλογική εγρήγορση για αρκετούς μήνες, κατά τους οποίους η πολιτική ρητορεία υπερισχύει της εφαρμογής πολιτικών.
Ο κ. Ερντογάν θα κοιτάξει μια σειρά από πολιτικούς συνδυασμούς. Το κοινοβούλιο έχει ψηφίσει την άρση της ασυλίας μιας ευρείας ομάδας βουλευτών, αλλά είχε σαν στόχο να επιτρέψει τη δίωξη 46 βουλευτών του φιλο-κουρδικού κόμματος. Θεωρητικά, το AKP μπορεί να μαζέψει αρκετές από αυτές τις κενές έδρες, για να συγκεντρώσει τον αριθμό που χρειάζεται για να «ράψει» το σύνταγμα στα μέτρα του ηγέτη του. Αυτό δεν είναι σε καμία περίπτωση δεδομένο για όσο καιρό ο κουρδικός Νότος παραμένει υπό πολιορκία. Αντίστοιχα, η προσέγγιση του εθνικιστικού κόμματος από το AKP έχει προκαλέσει την αντίδραση των αντιφρονούντων.
Όλα αυτά μαζί μπορούν να σημαίνουν έναν ακόμα γύρο εκλογών.
Ενώ ο κ. Ερντογάν και το κόμμα του ενισχύονται από αυτού του είδους την πόλωση, η δυνατότητα διακυβέρνησης υπονομεύεται και η βαθιά πολλαπλότητα της Τουρκίας αντικαθίσταται από σκληρές πολιτικές ταυτότητας. Σε συνέδριο των Financial Times στην Κωνσταντινούπολη την περασμένη εβδομάδα, η Σελίν Σαγιέκ Μπόκε, επικεφαλής οικονομικής πολιτικής στο κοσμικό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, έστειλε μια αυστηρή προειδοποίηση: «Χτίζουμε μια Τουρκία που δεν θέλει να μοιραστεί ούτε στο παρόν ούτε στο μέλλον».
Όσον αφορά στο παρόν, η αδυσώπητη υφαρπαγή εξουσιών από τον κ. Ερντογάν επισκιάζει τα πάντα. Οι θεσμοί και το κράτος δικαίου έχουν καταρρεύσει, καθώς έχει διαβρωθεί η διάκριση των εξουσιών. Απαιτώντας μια άνευ όρων και δουλοπρεπή αφοσίωση, ο πρόεδρος έχει αποκοπεί από την αντικειμενική και βαθιά ανάλυση που απαιτεί μια ουσιαστική διακυβέρνηση.
Κράτησε αναπάντεχα στο υπουργικό συμβούλιο τον Μεχμέτ Σίμσεκ, το τελευταίο μέλος της οικονομικής ομάδας με μια διεθνή φήμη, αλλά τον άφησε με πολύ λίγες εξουσίες.
Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την επίτευξη υψηλότερων επενδύσεων και προστιθέμενης αξίας έχουν μπει στον πάγο. Ενώ το παγκόσμιο κλίμα έχει γυρίσει ενάντια στις αναδυόμενες αγορές, μια Τουρκία που είναι εξαρτημένη στις διαρκείς εισροές φθηνού χρήματος είναι περισσότερο εκτεθειμένη, γιατί ο κ. Ερντογάν απαιτεί μειώσεις επιτοκίων τη στιγμή που η Fed των ΗΠΑ ετοιμάζεται να αυξήσει τα επιτόκια.
Η μερικώς αποκαταστημένη σχέση της Άγκυρας με την Ε.Ε., με διαφορά η μεγαλύτερη πηγή ξένων επενδύσεων και ο μεγαλύτερος εμπορικός της εταίρος, φαίνεται ασταθής.
Η συναλλαγή στην οποία βασίζεται -ώστε η Τουρκία να συγκρατήσει τις ροές των Σύρων προσφύγων προς την Ευρώπη, με αντάλλαγμα την απελευθέρωση του καθεστώτος των ταξιδιωτικών θεωρήσεων για τους Τούρκους πολίτες στην ζώνη Σένγκεν- δεν φαίνεται υλοποιήσιμη.
Ο κ. Ερντογάν αρνείται ρητά οποιαδήποτε αλλαγή στον αντιτρομοκρατικό νόμο της Τουρκίας, μια από τις 72 προϋποθέσεις για τη συμφωνία για τις θεωρήσεις. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι οι Βρυξέλλες τις φαντάστηκαν, ενώ η πραγματικότητα είναι πως υπήρχαν στην αρχική συμφωνία που υπογράφηκε το 2013, όταν ήταν πρωθυπουργός. Περιστοιχισμένος από διάφορους αυλικός, πιθανότατα πιστεύει τη δική του εκδοχή.
Η Τουρκία αντέδρασε επίσης επιθετικά στην αναγνώριση των σφαγών των Αρμενίων από τους Οθωμανούς Τούρκους ως γενοκτονία από τη γερμανική Βουλή.
Εν τω μεταξύ, απειλούμενη από τους τζιχαντιστές του ISIS στα σύνορα με τη Συρία, είναι αντίθετη σε οποιαδήποτε προώθηση των κουρδικών πολιτοφυλακών που στηρίζονται από την Ουάσιγκτον, κάτι που τη φέρνει σε αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ, τον σύμμαχό της στο ΝΑΤΟ.
Εν μέσω αυτής της καταιγίδας, ο κ. Ερντογάν μπορεί να νιώθει χαρούμενος για την καταδίκη της πρώην Μις Τουρκία, ένα από τις 2.000 πρόσωπα που έχουν καταδικαστεί για προσβολή του από τότε που έγινε πρόεδρος. Βρήκε επίσης τον χρόνο για να αποκηρύξει τον οικογενειακό σχεδιασμό και την αντισύλληψη ως αντίθετα στις μουσουλμανικές αξίες και επιζήμια για το μέλλον της Τουρκίας. Αλλά και πάλι, το όραμά του για το μέλλον στρέφεται γύρω από αυτόν.
Πηγή Euro2day
0 comments