Ἔξαλλος, παρὰ θῖν’ ἁλός
Πόσο με ενοχλούν αυτοί που διαμαρτύρονται για τον «θόρυβο» που κάνουμε όταν παίζουμε ταβλάκι στην παραλία, στο σαλόνι του πλοίου ή στο διπλανό μπαλκόνι. Αν θέλουν ησυχία να κάτσουν σπίτι τους.
Ένας τέτοιος στριφνός παραπονέθηκε στον υπεύθυνο γιατί, όσο έκανε το πλοίο να φτάσει στο νησί, οι τηλεοράσεις στο σαλόνι έπαιζαν συνέχεια δυνατά. Αν νιώθει «αιχμάλωτο ακροατήριο», να πάει κολυμπώντας.
Το ίδιο με εκνευρίζουν και κάποιοι σπαστικοί που τους χαλά την ηρεμία το τακ-τακ της ρακέτας. Δική τους είναι η παραλία; Αν τους ενοχλεί ή φοβούνται μη φάνε μπαλιά ή ρακετιά ας πάνε αλλού. Δεν σκέφτονται πόσα ξοδέψαμε σε καύσιμα με το κότερο να φτάσουμε στην «απάτητη»;
Δεν μπορώ επίσης να καταλάβω αυτούς που ενοχλούνται όταν ο αγγλικός ποιμενικός μου βουτά στα ρηχά να μου φέρει το μπαλάκι. Δεν έχει δα και ψείρες. Τόσα λεφτά δίνω κάθε μήνα στο Pet Grooming Dog & Cat Spa Salon!
Χειρότεροι είναι κάποιοι άλλοι που διαμαρτύρονται για τα παραλιακά μπαράκια. Είναι τόσο κατά της οικονομικής προόδου και ευημερίας; Άλλωστε η δυνατή μουσική που παίζουν γεμίζει το κενό και καλύπτει τον μονότονο παφλασμό.
Θυμάμαι μια άλλη, Γερμανίδα ήταν, εγκατεστημένη στη Μάνη χρόνια, ιδιοκτήτρια ταβέρνας παραλιακής. Ήρθε κει που καθόμασταν στο τραπέζι με τα ουζάκια μας, αγναντεύαμε τις ανεμογεννήτριες και ακούγαμε Πάολα. Μας έκλεισε το High Power GKT-XB60 ηχείο. Είπε ότι εδώ στη Μάνη ερχόμαστε να ακούμε το κύμα. Όταν, Fraou μου, εμείς κάναμε ζημιά στο πιατάδικο, πρώτο τραπέζι πίστα, εσείς τρώγατε βελανίδια!
Άλλοι, ανέραστοι, διαμαρτύρονται για τον ελεύθερο γυμνισμό. Αυτοί οι πουριτανοί, μόλις φτάσουν κάθιδροι στην παραλία, κρύβουν με την παλάμη τα μάτια από τα πιτσιρίκια τους. Δεν ξέρουν ότι αυτά στο ίντερνετ έχουν δει πιο πολλά;
Θυμάμαι έναν τέτοιον κομπλεξικό που με δύο μικρά και γυναίκα είχε σκαρφαλώσει μέχρι την τελευταία βάθρα στη Σαμοθράκη και κει που ξέπνοος περίμενε να βουτήξει στον καταρράκτη να δροσιστεί, βλέπουν τα πιτσιρίκια τους τσίτσιδους. Έδειχναν τα φανερά-απόκρυφα και ρωτούσαν: «μπαμπά, τι είναι αυτό;» και εκείνος, ο σεμνότυφος, μάζεψε την οικογένεια και πήραν τον κατήφορο.
Οι ίδιοι είναι που συφιλιάζονται με το ελεύθερο κάμπινγκ. Ρατσισμός κατά του ξένου που δεν έχει λεφτά να αφήσει συνάλλαγμα. Αν έστηνε το τσαντήρι του Σαουδάραβας πρίγκιπας, θα φώναζαν;
Άλλοι επικρίνουν τις ξενικές επιγραφές των τουριστικών. Λένε τάχα μου ότι η γλώσσα είναι κι αυτή στοιχείο του πολιτισμού μας που θέλει να γνωρίσει ο τουρίστας. Κι ότι η λατινογράμματες ταμπέλες μολύνουν την ελληνικότητα του τοπίου. Αυτό μόνο μας έλειπε: οικολόγοι-εθνικιστές!
Άλλοι παραπονιούνται που οι παραλίες είναι γεμάτες γόπες και καλαμάκια. Συγγνώμη, δεν έκαναν φυσική ιστορία στο σχολείο; Αν δεν έχει η θάλασσα γόπες και η θίνα καλάμια, ποιος θα έχει;
Ο άλλος, λέει, πάτησε μια αναμμένη γόπα στην αμμουδιά και τού ’καψε το πόδι. Φίλε, μπέρδεψες τη γόπα με τη δράκαινα.
Βαριά βιομηχανία της χώρας μας ο τουρισμός! Γιατί τους προκαλούν απέχθεια όσα λένε ότι γίνονται στη Μύκονο, στα Μάλια, στον Λαγανά, στο Φαληράκι, στην Αγία Νάπα; Αν δεν έρθουν οι ξένοι να κάνουν εδώ, στην πατρίδα της ελευθερίας και της δημοκρατίας, όσα δεν μπορούν να κάνουν στις προτεσταντικές τους χώρες, πού θα τα κάνουν; Στην Τουρκία ή στην Αλβανία; Εκεί θέλετε να πάνε;
Ένας άλλος έλεγε ότι καλοκαίρι που ανέβηκε στην κορφή του Ολύμπου ήταν ο μόνος Έλληνας. Όλοι οι άλλοι ξένοι. Φίλε, δεν έχεις διαβάσει Ι.Μ. Παναγιωτόπουλο: «Οι Ελβετοί σκαρφαλώνουν στα βουνά και οι Έλληνες στις... θέσεις»! Καλοκαιράκι άραγμα· όχι σκαρφάλωμα!
Εκεί που ήμουν αραχτός στην ξαπλώστρα, σαν απλωμένο χταπόδι, έβλεπα πέρα μακριά κάποιους να κολυμπάνε. Πήγα λίγο στα ρηχά να δροσιστώ και να ξαλαφρώσω την ανάγκη μου. Ήθελα να δει και η ξανθιά της διπλανής το τατού στην πλάτη μου. Κοίταξα πέρα. Κάτι ηλικιωμένες ξένες ήταν που κολυμπούσαν. Γύρισα ρουφώντας την κοιλιά στην ξαπλώστρα. Η ξανθιά σηκώθηκε, ανέβηκε στην ιστιοσανίδα και χάθηκε. Είδα ένα βιβλίο που άφησε πάνω στην πετσέτα της. Αδερφάκι, αυτοί κάνουν διακοπές για να κουραστούν.
Έγραψε ένας πωρωμένος ότι εποχική επιχείρηση στην Ελλάδα είναι και το γυμναστήριο. Πάνε, λέει, οι Έλληνες μόνο μετά τις γιορτές και λίγο πριν από τις διακοπές. Και τι θέλει να κάνουμε; Γυμναστική και διατροφή κάθε μέρα; Μια ζωή την έχουμε!
Κάτι Κινέζοι, σου λέει, που έρχονται στην Ελλάδα, απορούν που εργάσιμες μέρες και ώρες οι καφετέριες είναι γεμάτες και η Ελλάδα γεμάτη καφετέριες. Γι’ αυτό όμως, Κινεζάκι, εμείς κάναμε φιλοσοφία και Παρθενώνες. Δεν θυσιάζουμε τη σχόλη στο πνεύμα του οικονομισμού.
Βλέπω σε άλλες χώρες με ζέστη -Ισπανία, Ιταλία, Μάλτα- τους οδηγούς ν’ ανοίγουν το παράθυρο και ίσα να ακουμπάν τον αγκώνα. Γαλατόμαγκες! Εδώ αφήνουμε το χέρι αράθυμα και μάγκικα να κρέμεται σαν βατραχοπέδιλο.
Και τι σε ενοχλεί που η συνοδηγός απλώνει τα ποδαράκια της πάνω στο βολάν; Δεν έχει κάνει πεντικιούρ;
Όσοι δεν έχουν ζηλεύουν. Έτσι ένας φλούδας μου έκανε καταγγελία στο λιμενικό γιατί, λέει, πήγαινα στα ρηχά με το τζετ-σκι. Ας βάλουν σημαδούρες!
Τέλος, θυμάμαι έναν παράξενο που πέρασε από τα Καμένα Βούρλα, αχάραγο. Έκατσε να πιεί τον καφέ του μόνος στο κύμα. Όλη η παραλία έρημη. Το γκαρσόνι έβαλε την απαραίτητη μουσική. Ο μυστήριος του ζήτησε να την κλείσει, αφού είναι μόνος κι άλλος φιλόμουσος πελάτης δεν υπήρχε. Μετά από λίγο σταμάτησε ένα αυτοκίνητο. Από όλες τις άδειες καφετέριες κάθισαν στη δική του κι από όλα τα άδεια τραπέζια σε ένα δίπλα στο δικό του. Το γκαρσόνι τώρα ξαναέβαλε τη μουσική. Μετά ήρθαν κι άλλα τρία-τέσσερα αυτοκίνητα κι όλοι έκατσαν γύρω από τον μοναχικό. Ζήτησε λογαριασμό και ο σερβιτόρος, παίρνοντας το φιλοδώρημα, του είπε με χαμόγελο λίγο ειρωνικό, λίγο λυπημένο: «Φίλε, ο κόσμος θέλει κόσμο». Και ο μυστήριος του απάντησε: «Όχι, αν ο κόσμος δεν είναι κόσμιος». Δεν μας παρατάς, λέω εγώ, καραντινικέ, να φάμε τους λουκουμάδες μας;
Γιάννης Σ. Καργάκος
0 comments