Οι αβδηρίτες και τα κόκκινα δάνεια

ΕΙΚΟΝΑ---γενική,-ανάπτυξη
Αντί για εξεύρεση λύσης πρέπει σε πρώτη φάση η κατρακύλα της ελληνικής οικονομίας να πάρει τέλος και στην συνέχεια ο προσανατολισμός να έχει ως στόχο την ανάπτυξη
.
Η αθέτηση των υποχρεώσεων ορισμένων δανειοληπτών είναι συνυφασμένη με την ανάληψη κινδύνων από τα πιστωτικά ιδρύματα και στην ουσία  τμήμα της καθημερινότητας τους.
Η χορήγηση δανείων εμπεριέχει την πιθανότητα αθέτησης εξυπηρέτησης από ένα τουλάχιστον μικρό τμήμα δανειοληπτών που στην βάση αναπάντεχων συγκυριών δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις που έχουν αναλάβει.

Γι‘ αυτό και  όλες οι τράπεζες έχουν μηχανισμούς απορρόφησης τέτοιων ζημιών.
Το πρόβλημα δεν δημιουργείται από τις συνήθεις αθετήσεις αλλά από αυτές που λαμβάνουν χώρα όταν υπάρχουν ακραίες καταστάσεις σε ένα οικονομικό περιβάλλον  ως αποτέλεσμα επιδείνωσης των εσωτερικών ή και εξωτερικών συνθηκών.
Εδώ και μια πενταετία η παγκόσμια οικονομία βιώνει πρωτόγνωρες καταστάσεις ως απότοκο της μεγαλύτερης σύγχρονης χρηματοπιστωτικής κρίσης που γνώρισε  η παγκόσμια κοινότητα.
Η χώρα μας βιώνει όχι μόνο την επιδείνωση των εξωτερικών συνθηκών αλλά κυρίως των εσωτερικών ως αποτέλεσμα της εσωτερικής υποτίμησης  που επέβαλαν οι δανειστές μας  και της συνακόλουθης συρρίκνωσης του εγχώριου προϊόντος.
Η πορεία των πραγμάτων είναι απλή, ύφεση, ανεργία, αύξηση μη εξυπηρετούμενων δανείων  σε επίπεδα πρωτόγνωρα και μη διαχειρήσιμα.
Σε κανονικές συνθήκες η αθέτηση εξυπηρέτησης ενός δανείου οδηγεί σε ανάλογη πρόβλεψη  και στην απορρόφηση της από την κερδοφορία.
Όταν οι αθετήσεις υπακούουν σε ακραίες καταστάσεις και η κερδοφορία απουσιάζει τότε οι προβλέψεις κατατρώγουν την κεφαλαιακή βάση των πιστωτικών ιδρυμάτων οδηγώντας τις στον μονόδρομο της ανεκεφαλαιοποίησης  ή του κλεισίματος.
Επομένως κακώς εντυπωσιαζόμαστε για την εκτόξευση των κόκκινων δανείων.
Απλά στην Ελλάδα η εκτόξευση τους στο 50% των χορηγηθέντων  και στα επίπεδα των 100 δις € είναι συνακόλουθη των επιπτώσεων της μεγαλύτερης δημοσιονομικής προσαρμογής που γνώρισε ανεπτυγμένο κράτος.
Στις ακραίες καταστάσεις το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων  δανείων παίρνει τοξικές διαστάσεις με αποτέλεσμα να διαφοροποιείται και το πλαίσιο εξεύρεσης λύσεων, το οποίο όπως είναι λογικό υπερβαίνει τις δυνατότητες και τον προγραμματισμό μεμονωμένων τραπεζών.
Εφόσον αποδεχόμαστε ότι η διόγκωση των κόκκινων δανείων δεν οφείλεται σε προβληματική συμπεριφορά των τραπεζών σχετική με την δανειοδοτική τους δραστηριότητα αλλά  ως πρόβλημα που έχει τις ρίζες σε εξωγενείς με τα πιστωτικά ιδρύματα παράγοντες (ύφεση, μνημόνια, ανεργία, εσωτερική υποτίμηση, κτλ.) τότε στις ζητούμενες λύσεις πρέπει να συμπεριλαμβάνουμε όλο το συγκυριακό περιβάλλον.
Οι ακραίες συνθήκες επιβάλουν ακραίες λύσεις. Πάντα όμως οι λύσεις  έχουν  σχέση με την  «ιδιοκτησία» των κόκκινων δανείων ή με την ευθύνη αναδιάρθρωσης τους.
Στη ουσία υπάρχουν τρεις επιλογές:
Πρώτη, η δημιουργία μιας κακής τράπεζας όπου θα μεταφερθεί το μη εξυπηρετούμενο χαρτοφυλάκιο.
Ιδανική για τις τράπεζες αφού μεταφέρουν εκτός ισολογισμού τους τα κόκκινα δάνεια, αποκτούν ρευστότητα, περιορίζουν τις κεφαλαιακές τους ανάγκες και μπορούν απρόσκοπτα να ξεκινήσουν τις νέες χρηματοδοτήσεις.
Την χρηματοδότηση του εγχειρήματος αναλαμβάνει ο φορολογούμενος πολίτης, όπως έγινε με τα Ιρλανδία.
Βέβαια η μεταβίβαση δεν εξυγιάνει ταυτόχρονα τα μεταφερόμενα χαρτοφυλάκια  απλά η τοξικότητα περνά στο δημόσιο φορέα ο οποίος αναλαμβάνει και την διαχείριση τους.
Στην Ιρλανδική περίπτωση μεταφερθήκαν περίπου 75 δις € κόκκινα στεγαστικά δάνεια  στη κακή τράπεζα και οι εισπράξεις από την διαχείριση τους μετά τέσσερα  χρόνια  φθάνουν το 1,5 δις €.
Επίδοση μικρή, η οποία εάν συνδυαστεί με το δημοσιονομικό κόστος και κυρίως με τον ηθικό κίνδυνο και το μήνυμα χαλαρότητας που εκπέμπει η κρατική παρέμβαση τότε  η επιλογή της κακής Τράπεζας μάλλον απέχει όχι από την ιδεατή επιλογή, αυτή δεν υπάρχει, αλλά ακόμη και από την βέλτιστη επιλογή.
Δεύτερη, η παραμονή των κόκκινων δανείων στον ισολογισμό των τραπεζών και η διαχείριση τους από εξειδικευμένες μονάδες ή από θυγατρικές εταιρείες.
Στην περίπτωση αυτή η εμπειρία των τραπεζικών στελεχών βοηθά στην αναδιάρθρωση των κόκκινων δανείων  και στην βάση  της μεταβολής των εξωτερικών συγκυριών η κατάσταση μπορεί να αναστραφεί  με σημαντικά κέρδη για τα πιστωτικά ιδρύματα.
Τρίτη, η τιτλτοποίηση  απαιτήσεων με τη δημιουργία εταιρείας ειδικού σκοπού –ΕΕΣ, όπου θα μεταβιβαστούν  οι τραπεζικές απαιτήσεις  αφού πρώτα  ομαδοποιηθούν ώστε να εκδοθούν  ομόλογα με υποκείμενες τις απαιτήσεις από τα δάνεια.
Η τράπεζα που προχωρεί στην τιτλοποίηση απαιτήσεων ομαδοποιεί ομοειδείς συνήθως απαιτήσεις και τις μεταβιβάζει στην ΕΕΣ η οποία εκδίδει τίτλους τους οποίους  πουλά σε επενδύτες.
Η ΕΕΣ είναι ανεξάρτητη εταιρεία  με μοναδικό σκοπό την πώληση των τίτλων  από τις εισπράξεις των οποίων εξοφλούνται τα πιστωτικά ιδρύματα, πλην όμως και σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα τα πιστωτικά ιδρύματα είναι υποχρεωμένα να εμφανίζουν τις ΕΕΣ στις ενοποιημένες λογιστικές τους καταστάσεις.
Οι οφειλέτες – δανειολήπτες συνεχίζουν να αποπληρώνουν τα δάνεια τους στην τράπεζα από όπου έλαβαν  το δάνειο οι δε χρηματοδοτικές ροές που δημιουργούνται μεταφέρονται στις ΕΕΣ και χρηματοδοτούν τις αποδόσεις των επενδυτών που έχουν αποκτήσει τα τιτλοποιημένα ομόλογα.
.
EXTRAS - Δάνεια
(*Πατήστε στο γράφημα για μεγέθυνση)
.
Στην ουσία το εάν θα πληρωθούν οι αποδόσεις των ομολόγων  εξαρτώνται αποκλειστικά  από την ομαλή αποπληρωμή των αρχικών δανείων και σε αυτό το σημείο εντοπίζουμε το ρίσκο όσων επενδυτών αποκτούν τιτλοποιημένα ομόλογα.
Σε περίπτωση αθέτησης υποχρεώσεων των δανειοληπτών τότε οι εισροές μειώνονται και τότε οι επενδύτες καταγράφουν ζημίες.
Για τις τράπεζες η τιτλοποίηση απαιτήσεων παρουσιάζει μεγάλα οφέλη, όπως αύξηση της κερδοφορίας, μεταφορά κινδύνων σε τρίτους, μείωση του κόστος χρηματοδότησης, μείωση των κεφαλαιακών αναγκών  και απόκτηση άμεσης ρευστότητας.
Εν κατακλείδι και οι τρεις επιλογές που προαναφέραμε έχουν τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα τους, κοινή βάση όλων όμως είναι η αναζήτηση αυτών που θα αναλάβουν την χρηματοδότηση τους.
Στην κακή τράπεζα η τοξικότητα των κόκκινων δανείων μεταφέρεται στον φορολογούμενο πολίτη (παραλλαγή της είδαμε και στις προεκλογικές κορώνες του ΣΥΡΙΖΑ με την υποσχόμενη σεισάχθεια υιοθετώντας  συνθήματα του κινήματος ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ), στα τιτλοποιημένα ομόλογα στους επενδύτες, ενώ όταν παραμένουν στο ισολογισμό των πιστωτικών ιδρυμάτων το κόστος  μεταφέρεται στου μετόχους, μεγαλοεπενδυτές, μεγαλοκαταθέτες  στα πλαίσια του bail-in.
Με δεδομένο ότι  τις συνθήκες είναι αυτές που οδηγούν ένα δανειολήπτη  στην αθέτηση των υποχρεώσεων – και εδώ πρέπει να γίνει σαφής διαχωρισμός μεταξύ της απλής από την στρατηγική αθέτηση, όπου στη δεύτερη ο δανειολήπτης αρνείται εσκεμμένα να αποπληρώνει τις υποχρεώσεις του ενώ έχει την δυνατότητα  πιστεύοντας  σε μια ομαδική αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων – η μεταβολή των συνθηκών που δημιούργησαν το πρόβλημα  είναι το ισχυρότερο υπόβαθρο ομαλής  αναδιάρθρωσης τους.
Με χρονικά παρατεταμένη ύφεση, με  υψηλότατη ανεργία και με μείωση μισθών και συντάξεων η αύξηση των κόκκινων δανείων πρέπει να θεωρείτε δεδομένη.
Αντί επομένως για εξεύρεση λύσης πρέπει σε πρώτη φάση η κατρακύλα της ελληνικής οικονομίας να πάρει τέλος και στην συνέχεια ο προσανατολισμός να έχει ως στόχο την ανάπτυξη  και την δημιουργία θέσεων εργασίας.
Δεν μπορούμε να λειτουργούμε όπως οι αβδηρίτες οι οποίοι κατά την αρχαιότητα αφού έφτιαξαν το πιο σύγχρονο υδρευτικό σύστημα της εποχής τους διαπίστωσαν ότι δεν έχουν νερό.
Οι αβδηρίτικες προσεγγίσεις δυστυχώς αλλά θα διαιωνίζουν το πρόβλημα των κόκκινων δανείων και θα απαιτούν συνεχείς ανακεφαλαιοποίησεις των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Μέσω της ανάπτυξης η ομαλότητα θα επανέλθει και οι τοξικότητες της υφεσιακής περιόδου θα απορροφηθούν.
thumbnail
About The Author

0 comments