Είναι
αδύνατον να παραμένει κανείς αισιόδοξος, όσον αφορά το μέλλον της
Ελλάδας, προβλέποντας πως ο κατήφορος μόλις ξεκίνησε – ότι βρισκόμαστε
ακόμη στις πρώτες σκηνές της τραγωδίας, το τέλος της οποίας θα μπορούσε
να είναι πιο οδυνηρό ακόμη και από το χειρότερο εφιάλτη μας.
.
«Σε καμία χώρα στην παγκόσμια ιστορία δεν έχει κοστίσει μία κρίση πάνω από 1 τρις € ή το 500% του ΑΕΠ της (=πτώση των τιμών των περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου άνω των 250 δις €, της ιδιωτικής περιουσίας πάνω από 600 δις €, της χρηματιστηριακής αξίας των επιχειρήσεων άνω των 150 δις €, του ΑΕΠ της κατά 60 δις €, των εισοδημάτων κοκ.), με την ταυτόχρονη άνοδο του δημοσίου χρέους της και του κόκκινου ιδιωτικού, καθώς επίσης με την πλήρη εξαθλίωση του πληθυσμού της – γεγονότα που θα οδηγήσουν στην υφαρπαγή των πάντων και την Ελλάδα κυριολεκτικά στον σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας, ενδεχομένως στην εξαφάνιση της ως Έθνος από το χάρτη».
.
Ανάλυση
Στην Ελλάδα βιώνουμε κυριολεκτικά μία
κατάσταση που μοιάζει με αυτόν που πέφτοντας από το 10ο όροφο ενός
κτιρίου και περνώντας τον 3ο σκέφτεται «Καλά έως εδώ». Ειδικότερα, έχουμε αποκτήσει πρωτογενή πλεονάσματα (=προ τόκων), αλλά μόνο με τη βοήθεια των υπερβολικών φόρων
– γεγονός που καταστρέφει όλες τις μελλοντικές προοπτικές της
οικονομίας μας, ενώ εξαιτίας τους δεν επενδύει κανείς, όταν την ίδια
στιγμή εγκαταλείπουν τη χώρα τόσο οι εγχώριες επιχειρήσεις όσο και οι
ξένες.
Αναρωτιόμαστε δε πώς η Κύπρος κατάφερε να ξεφύγει από την κρίση (σε κάποιο βαθμό βέβαια, επειδή παραμένει το πρόβλημα των κόκκινων δανείων),
παρά το ότι γνωρίζουμε πολύ καλά πού ακριβώς στηρίχθηκε: στο πρόγραμμα
χορήγησης ιθαγένειας και άδειας παραμονής σε υπηκόους τρίτων χωρών που
επενδύουν, στη γρήγορη και φθηνή ίδρυση εταιρειών, στο σταθερό φορολογικό συντελεστή 12,5%, στο ελάχιστο αφορολόγητο εισόδημα ύψους 19.500 € (μετά κλιμάκωση από 20% έως 28.000 € και 35% για άνω των 60.000 €),
στη φορολόγηση των ναυτιλιακών με βάση τη χωρητικότητα των πλοίων, στην
προώθηση της ιδιωτικής πανεπιστημιακής εκπαίδευσης για φοιτητές άλλων
χωρών, στο ΦΠΑ 9% για τις υπηρεσίες εστίασης, ξενοδοχεία κλπ. (διαφορετικά 19%), στην κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και της έκτακτης εισφοράς το 2017 κλπ.
Όσον αφορά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έχει μεν σχεδόν ισοσκελισθεί (αν και το εμπορικό ισοζύγιο παραμένει ελλειμματικό – γράφημα), αλλά όχι επειδή αυξήθηκαν οι εξαγωγές – αφού η μείωση των ελλειμμάτων προήλθε κυρίως από τον περιορισμό των εισαγωγών, λόγω της φτωχοποίησης των Ελλήνων.
Την ίδια στιγμή έχει σταματήσει η κατάρρευση του ΑΕΠ, η οποία όμως
οφείλεται στον τελευταίο συντελεστή του – υπενθυμίζοντας την εξίσωση του
ΑΕΠ, σύμφωνα με την οποία είναι ίσο με την Κατανάλωση, συν τις
Ιδιωτικές επενδύσεις, συν τις Δημόσιες δαπάνες, συν τις Εξαγωγές μείον
τις Εισαγωγές.
Η μείωση λοιπόν των εισαγωγών λειτουργεί αυξητικά στο ΑΕΠ που όμως παραμένει στο ναδίρ – παρά την αλματώδη τουριστική άνοδο, η οποία θα έπρεπε να λειτουργήσει ως ατμομηχανή για την υπόλοιπη οικονομία.
Με δεδομένο όμως το ότι, η εγχώρια αγορά καλύπτει μόνο το 15% των
τουριστικών αναγκών, όταν στην Ιταλία το αντίστοιχο ποσοστό είναι 75%, η
βοήθεια για τη χώρα είναι πολύ μικρότερη από όσο θα ήταν δυνατόν –
οπότε τα πλεονεκτήματα είναι σημαντικά λιγότερα. Στο γράφημα που
ακολουθεί φαίνεται η συνεχής πτώση του ΑΕΠ (γαλάζιες στήλες, αριστερή κάθετος), όσο και του κατά κεφαλήν ΑΕΠ (διακεκομμένη γραμμή, δεξιά κάθετος) παρά τη μείωση του πληθυσμού της χώρας – η οποία φυσικά συνεχίζεται, με την ταυτόχρονη ραγδαία επιδείνωση του ασφαλιστικού και του δείκτη εξάρτησης (ανάλυση),
ενώ η κυβέρνηση νομοθετεί τη μείωση των επιδομάτων των τρίτεκνων και
πολύτεκνων οικογενειών, άρα των Ελλήνων (η απόλυτη εθνική μειοδοσία).
Σε σχέση με τις τράπεζες, η κατάσταση
είναι επίσης απογοητευτική, παρά το ότι χάθηκαν τα 38 δις € από τα 45
δις € που δόθηκαν από τους φορολογουμένους επιβαρύνοντας το δημόσιο
χρέος – ενώ ξεπουλήθηκαν μόλις για 6-7 δις €, αν και διαχειρίζονται ιδιωτικά περιουσιακά στοιχεία της τάξης των 400 δις €! Δεν
πρέπει επίσης να ξεχνάμε πως από την 3η δανειακή σύμβαση οι τράπεζες
εισέπραξαν 4,5 δις € – ενώ έχουν το θράσος να μνημονεύουν το «κούρεμα»
των καταθέσεων, εάν η Ελλάδα δεν υποκύψει στις εντολές των δανειστών και
δεν υπογράψει το θηριώδες μνημόνιο άνω των 1.000 σελίδων που κατατέθηκε
στη Βουλή.
Παρά την απείρως χειρότερη
τώρα οικονομική κατάσταση της χώρας σε σχέση με το 2010, όπου
οδηγηθήκαμε εκτός αγορών και στη δικτατορία της Τρόικα με δημόσιο χρέος
στο 125% του ΑΕΠ, με κόκκινο ιδιωτικό στο 10%, με υγιείς τράπεζες κοκ., η κυβέρνηση αναφέρεται στο «success story» της δήθεν εξόδου από τα μνημόνια (εάν ήταν σωστή τότε θα έπρεπε να καταργηθούν όλοι οι νόμοι που επιβλήθηκαν με τα μνημόνια),
τον Αύγουστο του 2018, με τη χρηματοδότηση της Ελλάδας από τις αγορές –
θεωρώντας προφανώς ηλιθίους τους Έλληνες, αφού το δημόσιο χρέος σήμερα
είναι στο 180% του ΑΕΠ, το κόκκινο ιδιωτικό στο 140%, ο παραγωγικός
ιστός διαλυμένος, η φοροδοτική ικανότητα των Πολιτών στο ναδίρ, η
πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας «σκουπίδια», οι τράπεζες χρεοκοπημένες
κοκ.
Η κατάρα των αντίπαλων στρατοπέδων
Περαιτέρω, παρά τα απολύτως
τεκμηριωμένα καταστροφικά αποτελέσματα της πολιτικής των μνημονίων, οι
Έλληνες είναι χωρισμένοι σε δύο στρατόπεδα: σε αυτούς που τάσσονται υπέρ επειδή θεωρούν πως δεν υπάρχει εναλλακτική λύση (αν είναι δυνατόν να πιστεύουν πως η μοναδική λύση είναι το ίδιο το πρόβλημα – πρόκειται ασφαλώς για παράκρουση),
καθώς επίσης σε αυτούς που τοποθετούνται εναντίον. Εν προκειμένω
καταλαβαίνουμε απόλυτα αυτούς που τάσσονταν υπέρ των μνημονίων το 2010,
κάνοντας λάθος εκτιμήσεις – σε καμία περίπτωση όμως αυτούς που
συνεχίζουν να πιστεύουν το ίδιο σήμερα, με δεδομένα πια τα καταστροφικά
τους αποτελέσματα και όλες τις επιστημονικές έρευνες που το αποδεικνύουν (ανάλυση).
Θεωρούμε δε εντελώς βρώμικους αυτούς που προσπαθούν να ενοχοποιήσουν
τους Πολίτες ως υπευθύνους της αποτυχίας – όπως δυστυχώς συνηθίζεται από
όλα σχεδόν τα πολιτικά κόμματα.
Η μανία του διαχωρισμού των Ελλήνων σε
δύο στρατόπεδα, όσον αφορά θέματα που είναι ολοκάθαρα εάν επικρατούσε η
κοινή λογική, φαίνεται πολύ περισσότερο στο θέμα της Μακεδονίας – όπου υπάρχουν Πολίτες που τάσσονται υπέρ της σύνθετης ονομασίας των Σκοπίων, παρά το ότι είναι εντελώς απαράδεκτη (άρθρο).
Πόσο μάλλον όταν το πρόβλημα δεν είναι δικό μας, ούτε εμείς βιαζόμαστε,
αλλά των Σκοπίων – λόγω των κινδύνων διάλυσης τους, καθώς επίσης της
αδυναμίας εισόδου τους στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ.
Ο χειρότερος διαχωρισμός των Ελλήνων σε
δύο στρατόπεδα αφορά τους Πολίτες και την Πολιτεία – στην οποία
συμπεριλαμβάνεται η εγχώρια ελίτ που όχι μόνο απομυζεί τη χώρα αχόρταγα
για δεκαετίες ολόκληρες αλλά, επίσης, συνεργάζεται σήμερα με τις ξένες
δυνάμεις κατοχής της. Εν προκειμένω οι Πολίτες δεν έχουν καμία εμπιστοσύνη στην Πολιτεία και στους Θεσμούς της, μισώντας την κυριολεκτικά
– συνεχίζουν όμως παραδόξως να αναζητούν τις λύσεις επιβίωσης τους μέσω
των κομμάτων (πελατειακό κράτος) και των πολιτικών, οπότε πρόκειται
κυριολεκτικά για μία συλλογική παράκρουση.
Οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι ανήκουν δυστυχώς επίσης σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα, αντί να συνεργάζονται μεταξύ τους αφού είναι και οι δύο απαραίτητοι στην παραγωγή πλούτου
– ενώ ο σωστός εργοδότης που έχει εκ φύσεως το επιχειρηματικό χάρισμα
δεν πρέπει να ενδιαφέρεται μόνο για τα κέρδη του, αλλά και για τους
εργαζομένους του που εξαρτώνται από τις δικές του επιλογές.
Χωρίς να επεκταθούμε σε περισσότερες
λεπτομέρειες, η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην Ελλάδα δεν οδηγεί
πουθενά, οπότε εύλογα χαρακτηρίζεται ως μία συλλογική παράκρουση – πόσο
μάλλον όταν οι ίδιοι οι Έλληνες προωθούν το «διαίρει και βασίλευε» που βοηθάει μόνο τους επίδοξους νέους ιδιοκτήτες της χώρας, οι οποίοι έχουν σκοπό να υφαρπάξουν ότι έχουμε και δεν έχουμε, χωρίς να εξασφαλίζεται καν η εδαφική μας ακεραιότητα.
Την ίδια στιγμή η κοινωνική, πολιτική και πολιτισμική κατάρρευση είναι άνευ προηγουμένου
– με άκρον άωτο τις αθλιότατες εκφράσεις του υφυπουργού παιδείας, ο
οποίος φαίνεται πως έχει χάσει την επαφή του με την ελάχιστη ευγένεια
και με τον πολιτισμό, εάν όχι με τον ίδιο του τον εαυτό.
Στα πλαίσια αυτά είναι αδύνατον να
παραμένει κανείς αισιόδοξος, όσον αφορά το μέλλον – προβλέποντας
αντίθετα πως ο κατήφορος μόλις ξεκίνησε και δεν θα έχει σταματημό. Ότι βρισκόμαστε ακόμη στις πρώτες σκηνές της τραγωδίας, το τέλος της οποίας θα μπορούσε να είναι πιο οδυνηρό ακόμη και από το χειρότερο εφιάλτη μας.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, επειδή συνεχώς
«κατηγορούμαστε» για μονότονες διαπιστώσεις που δεν συνοδεύονται ως
οφείλουν από προτάσεις, θα επαναλάβουμε για πολλοστή φορά πως οι ευθύνες της υπερχρέωσης δεν ανήκουν ποτέ μόνο στους οφειλέτες αλλά, επίσης, στους δανειστές
– επί πλέον στην εκάστοτε νομισματική πολιτική και στις κυβερνήσεις, οι
οποίες από τη θέση τους είναι υποχρεωμένες να προστατεύουν τους απλούς
Πολίτες από τα εύλογα λάθη τους, όπως το να δανείζονται χρήματα όταν
τους προσφέρονται αφειδώς από τις τράπεζες για καταναλωτικούς και όχι
για επενδυτικούς σκοπούς. Οι τράπεζες φυσικά δεν χάνουν ποτέ, αφού
κοινωνικοποιούν τις ζημίες και ιδιωτικοποιούν τα κέρδη τους – ενώ οι
τραπεζίτες πάντοτε κερδίζουν από τις προμήθειες των δανείων που
προσφέρουν, οπότε είναι λογικό να το κάνουν όταν δεν ελέγχονται.
Αυτό που θα επαναλάβουμε επίσης για πολλοστή φορά είναι το ότι, η μοναδική προστασία μίας χρεοκοπημένης χώρας απέναντι στους πιστωτές της είναι η χρεοκοπία
– η οποία αποτελεί το μεγάλο φόβο των δανειστών που ασφαλώς δεν θέλουν
να χάσουν τα χρήματα τους, ειδικά όταν είναι υποθηκευμένα με την
ιδιωτική και με τη δημόσια περιουσία, συμπεριλαμβανομένων των
ενεργειακών αποθεμάτων, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας μετά τo έγκλημα του PSI.
Όταν όμως οι Πολίτες χειραγωγούμενοι
φοβούνται μήπως τους λείψει το χαρτί υγείας, τα φάρμακα που ήδη δεν
βρίσκουν ή ακριβοπληρώνουν, η βενζίνη και οι γάζες από τα νοσοκομεία,
οπότε δεν στηρίζουν τη μοναδική λύση που έχει σήμερα στη διάθεση της η
χώρα (το 2010 είχε πολύ περισσότερες, όπως το μηδενισμό του χρέους), η οδύνη δίχως τέλος που βιώνουν στα πλαίσια της χειρότερης μορφής χρεοκοπίας, της κυλιόμενης, με την ίδια κατάληξη (χρεοκοπία, έξοδος από την Ευρωζώνη) είναι δεδομένη – οπότε δεν πρέπει να κατηγορούν κανέναν άλλο, ούτε την έλλειψη προτάσεων, αλλά
μόνο τον εαυτό τους που δεν αντιδράει παρακολουθώντας την καταστροφή
του, της χώρας και των παιδιών του από τον καναπέ τηλεοπτικά, σαν να πρόκειται για κάποιους άλλους.
0 comments