Γράφει ο Υποπλοίαρχος Παναγιώτης Γέροντας ΠΝ,
Επιτελής Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού
Οι ταραχές στη Συρία και το Λίβανο δεν είναι κάτι καινούργιο. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε έναν μαύρο ρόλο και στις σφαγές Χριστιανών το 1860. Η Ελλάδα και τότε ήταν δύναμη φωτός και ανθρωπισμού παρά τα, σε καταθλιπτικό επίπεδο, οικονομικά της. Οι Μεγάλες Δυνάμεις και πάλι έδρασαν με φοβερή καθυστέρηση. Το απόσπασμα που ακολουθεί από το βιβλίο μου «Μεθ’ Ορμής Ακαθέκτου. Επίτομη Ιστορία του Πολεμικού Ναυτικού 1821 – 1945» είναι χαρακτηριστικό:
«Τον Απρίλιο του 1860 Μουσουλμάνοι ξεκίνησαν τις σφαγές Μαρωνιτών χριστιανών στη Συρία και το Λίβανο με την ανοχή των οθωμανικών αρχών και των ευρωπαϊκών πολεμικών πλοίων που υπήρχαν στην περιοχή. Στην Ελλάδα, αμέσως, ευαισθητοποιήθηκε η κοινή γνώμη και συστάθηκε επιτροπή για τη διεξαγωγή εράνων προς ανακούφιση των θυμάτων.
Το Πολεμικό Ναυτικό άμεσα έστειλε πλοία, προκειμένου να προστατεύσει το Ελληνικό Προξενείο στη Βηρυτό, αλλά και να συνδράμει το Ελληνικό στοιχείο και τους άλλους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής.
Πρώτα, κατέπλευσαν η Ἀφρόεσσα και η Σαλαμινία και αργότερα η Ἀριάδνη, της οποίας ο κυβερνήτης Δ. Γ. Σαχτούρης ανέλαβε τη διακυβέρνηση όλων των Ελληνικών πολεμικών στην περιοχή της Συρίας. Είχε αποστολή να προστατεύσει το Ελληνικό Προξενείο και να παραλάβει στο πλοίο τους Έλληνες υπηκόους και χριστιανούς που ζητούσαν άσυλο.
Η Πανόπη και τέλος, η Πάραλος, η οποία έπλευσε προς αντικατάσταση της Σαλαμινίας, μετέφεραν για τους δεινοπαθούντες 5.000 οκάδες ρύζι και 2.217 οκάδες διπυρίτη.
Επειδή όμως τα τρία ελληνικά πολεμικά – Ἀριάδνη, Πανόπη και Πάραλος – γρήγορα άρχισαν να έχουν ανάγκη τροφών και γαιανθράκων, στις 25 Ιουλίου του 1860, έπλευσε στη Βηρυτό ο πάρων Ἀθηνά, φορτωμένος με γαιάνθρακες και τρόφιμα. Επί της Ἀθηνᾶς επέβησαν ο αντισυνταγματάρχης του Πυροβολικού Π. Κορωναίος και γιατροί για να συνδράμουν τους πρόσφυγες που είχαν συγκεντρωθεί στη Βηρυτό από την γύρω περιοχή.
Στις 22 Ιουλίου, οι Μ. Δυνάμεις αποφάσισαν τελικά να δράσουν και με πρωτόκολλο αποφάσισαν την αποστολή 12.000 στρατιωτών για την αποκατάσταση της τάξης. Από αυτούς, οι 6.000 δόθηκαν από τον Ναπολέοντα τον Γ’. Το πρωτόκολλο άρχισε να εφαρμόζεται στις 4 Αυγούστου με τον κατάπλου δύο γαλλικών ατμοπλοίων, τα οποία μετέφεραν το πρώτο τμήμα του Γαλλικού Στρατού, αποτελούμενο από 1.700 άνδρες. Στις 6 Αυγούστου οθωμανικό ατμόπλοιο αποβίβασε 600 στρατιώτες, ενώ στις 7 και στις 9 αποβιβάστηκαν άλλοι 3.000 Γάλλοι. Το τελευταίο Ελληνικό πολεμικό πλοίο από τα ευρισκόμενα στη Συρία ήταν η Ἀφρόεσσα, η οποία κατέπλευσε στον Πειραιά στις 16 Οκτωβρίου του 1860.»
Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να πούμε ότι η Μικρά Ασία είναι ένας αγωγός που μεταφέρει τις πιέσεις της Ανατολής προς την Δύση και τις διεκδικήσεις της τελευταίας στην πρώτη. Μια σημαντική πίεση που βιώνουμε σήμερα είναι η προσφυγική ροή. Με άλλα λόγια, η Τουρκία κουνά το δάκτυλο στην Δύση εκμεταλλευόμενη πλήρως την θέση της.
Τι γίνεται όμως με το τουρκικό έθνος; Οι πρώτοι Τούρκοι του Οσμάν που ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στην βυζαντινή περιοχή της Νικομήδειας πολύ γρήγορα παρουσιάστηκαν στους ντόπιους χωρικούς ότι ήταν η καλύτερη εναλλακτική από την παρηκμασμένη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, η οποία, ενώ ήταν βυθισμένη στις έριδες, προχωρούσε συχνά πυκνά σε οικονομική αφαίμαξη του πληθυσμού. Επιπλέον, οι περιοχές ήταν απροστάτευτες, με συνέπεια οι χωρικοί να βιώνουν την λεηλασία και την καταστροφή από τις ορδές.
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία στηρίχθηκε και αναπτύχθηκε γύρω από το Ισλάμ, το οποίο αφού πέρασε την φάση της αδιαλλαξίας, τελικά εξελίχθηκε σε μετριοπαθή σούνα. Οι Οθωμανοί, γρήγορα, κατάλαβαν ότι το να τους εξισλαμίσουν όλους θα ήταν εναντίον της οθωμανικής οικονομίας: οι ραγιάδες πλήρωναν φόρους. Το να είναι κανείς μουσουλμάνος άνοιγε τις θύρες της οθωμανικής κρατικής μηχανής μέσα από ένα καθεστώς δουλοκτησίας. Όλοι οι κρατικοί αξιωματούχοι δένονταν με τον Σουλτάνο με μια σχέση αφέντη – δούλου. Το μεγαλύτερο, μάλιστα, μέρος της οθωμανικής κρατικής μηχανής δεν ήταν Τούρκοι αλλά εξισλαμισμενοι Βαλκάνιοι (Σέρβοι, Αλβανοί, Έλληνες) ή άλλες εθνότητες.
Το 1923, η Τουρκία έπρεπε να περάσει στη νεωτερικότητα. Το δόγμα του τούρκικου εθνικισμού ήταν το: Τουρκοποιήστε, εκσυγχρονίστε, δυτικοποιήστε! Αργότερα, η θεωρία αυτή αντικαταστάθηκε με τη λεγόμενη τουρκο-ισλαμική σύνθεση (δόγμα Οζάλ), σύμφωνα με την οποία με τη λέξη Τούρκος περιγράφεται ένα δομικό εθνο-θρησκευτικό χαρακτηριστικό της τούρκικης πολιτικής οντότητας: η τουρκικότητα και η ισλαμική παράδοση. Στο παραπάνω πλαίσιο οι Τούρκοι προσπαθούν να εξοντώσουν οποιαδήποτε εθνική μειονότητα. Ο Μουσταφά Κεμάλ, τον οποίο οι Τούρκοι αποκαλούν Ατατούρκ, διεξήγε στην αρχή έναν πόλεμο περισσότερο ταξικό παρά εθνικό. Δεν είναι τυχαία άλλωστε η συμφωνία Σοβιετικών – Κεμαλικών το 1921. Το κεμαλικό καθεστώς τότε δεν είχε λάβει τον μετέπειτα χαρακτήρα του. Ο Κεμάλ καθοδηγούσε ετερόκλητα μουσουλμανικά στίφη, δείχνοντας ως εχθρό τις δυτικές δυνάμεις και έναν Ελληνικό στρατό που φαινόταν να παίζει τον ρόλο δύναμης επιτήρησης της τάξης, μιας τάξης που έδειχνε ότι δεν ελάμβανε υπ’ όψη τον φτωχό, ντόπιο μουσουλμανικό πληθυσμό.
Όταν η Τουρκία πια έγινε κράτος δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ο Τουρκικός Στρατός ήταν ο βασικός πυλώνας εκοσμίκευσης και τουρκοποίησης. Η Τουρκία είναι ένα πολυεθνικό κράτος που παριστάνει το μονοεθνικό. Είναι μάλιστα τέτοιος ο πανικός που οι Τούρκοι ψάχνουν εναγωνίως να βρουν ενοποιητικα στοιχεία:
Επιτελής Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού
Οι ταραχές στη Συρία και το Λίβανο δεν είναι κάτι καινούργιο. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε έναν μαύρο ρόλο και στις σφαγές Χριστιανών το 1860. Η Ελλάδα και τότε ήταν δύναμη φωτός και ανθρωπισμού παρά τα, σε καταθλιπτικό επίπεδο, οικονομικά της. Οι Μεγάλες Δυνάμεις και πάλι έδρασαν με φοβερή καθυστέρηση. Το απόσπασμα που ακολουθεί από το βιβλίο μου «Μεθ’ Ορμής Ακαθέκτου. Επίτομη Ιστορία του Πολεμικού Ναυτικού 1821 – 1945» είναι χαρακτηριστικό:
«Τον Απρίλιο του 1860 Μουσουλμάνοι ξεκίνησαν τις σφαγές Μαρωνιτών χριστιανών στη Συρία και το Λίβανο με την ανοχή των οθωμανικών αρχών και των ευρωπαϊκών πολεμικών πλοίων που υπήρχαν στην περιοχή. Στην Ελλάδα, αμέσως, ευαισθητοποιήθηκε η κοινή γνώμη και συστάθηκε επιτροπή για τη διεξαγωγή εράνων προς ανακούφιση των θυμάτων.
Το Πολεμικό Ναυτικό άμεσα έστειλε πλοία, προκειμένου να προστατεύσει το Ελληνικό Προξενείο στη Βηρυτό, αλλά και να συνδράμει το Ελληνικό στοιχείο και τους άλλους χριστιανούς της ευρύτερης περιοχής.
Πρώτα, κατέπλευσαν η Ἀφρόεσσα και η Σαλαμινία και αργότερα η Ἀριάδνη, της οποίας ο κυβερνήτης Δ. Γ. Σαχτούρης ανέλαβε τη διακυβέρνηση όλων των Ελληνικών πολεμικών στην περιοχή της Συρίας. Είχε αποστολή να προστατεύσει το Ελληνικό Προξενείο και να παραλάβει στο πλοίο τους Έλληνες υπηκόους και χριστιανούς που ζητούσαν άσυλο.
Η Πανόπη και τέλος, η Πάραλος, η οποία έπλευσε προς αντικατάσταση της Σαλαμινίας, μετέφεραν για τους δεινοπαθούντες 5.000 οκάδες ρύζι και 2.217 οκάδες διπυρίτη.
Επειδή όμως τα τρία ελληνικά πολεμικά – Ἀριάδνη, Πανόπη και Πάραλος – γρήγορα άρχισαν να έχουν ανάγκη τροφών και γαιανθράκων, στις 25 Ιουλίου του 1860, έπλευσε στη Βηρυτό ο πάρων Ἀθηνά, φορτωμένος με γαιάνθρακες και τρόφιμα. Επί της Ἀθηνᾶς επέβησαν ο αντισυνταγματάρχης του Πυροβολικού Π. Κορωναίος και γιατροί για να συνδράμουν τους πρόσφυγες που είχαν συγκεντρωθεί στη Βηρυτό από την γύρω περιοχή.
Στις 22 Ιουλίου, οι Μ. Δυνάμεις αποφάσισαν τελικά να δράσουν και με πρωτόκολλο αποφάσισαν την αποστολή 12.000 στρατιωτών για την αποκατάσταση της τάξης. Από αυτούς, οι 6.000 δόθηκαν από τον Ναπολέοντα τον Γ’. Το πρωτόκολλο άρχισε να εφαρμόζεται στις 4 Αυγούστου με τον κατάπλου δύο γαλλικών ατμοπλοίων, τα οποία μετέφεραν το πρώτο τμήμα του Γαλλικού Στρατού, αποτελούμενο από 1.700 άνδρες. Στις 6 Αυγούστου οθωμανικό ατμόπλοιο αποβίβασε 600 στρατιώτες, ενώ στις 7 και στις 9 αποβιβάστηκαν άλλοι 3.000 Γάλλοι. Το τελευταίο Ελληνικό πολεμικό πλοίο από τα ευρισκόμενα στη Συρία ήταν η Ἀφρόεσσα, η οποία κατέπλευσε στον Πειραιά στις 16 Οκτωβρίου του 1860.»
Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να πούμε ότι η Μικρά Ασία είναι ένας αγωγός που μεταφέρει τις πιέσεις της Ανατολής προς την Δύση και τις διεκδικήσεις της τελευταίας στην πρώτη. Μια σημαντική πίεση που βιώνουμε σήμερα είναι η προσφυγική ροή. Με άλλα λόγια, η Τουρκία κουνά το δάκτυλο στην Δύση εκμεταλλευόμενη πλήρως την θέση της.
Τι γίνεται όμως με το τουρκικό έθνος; Οι πρώτοι Τούρκοι του Οσμάν που ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στην βυζαντινή περιοχή της Νικομήδειας πολύ γρήγορα παρουσιάστηκαν στους ντόπιους χωρικούς ότι ήταν η καλύτερη εναλλακτική από την παρηκμασμένη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, η οποία, ενώ ήταν βυθισμένη στις έριδες, προχωρούσε συχνά πυκνά σε οικονομική αφαίμαξη του πληθυσμού. Επιπλέον, οι περιοχές ήταν απροστάτευτες, με συνέπεια οι χωρικοί να βιώνουν την λεηλασία και την καταστροφή από τις ορδές.
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία στηρίχθηκε και αναπτύχθηκε γύρω από το Ισλάμ, το οποίο αφού πέρασε την φάση της αδιαλλαξίας, τελικά εξελίχθηκε σε μετριοπαθή σούνα. Οι Οθωμανοί, γρήγορα, κατάλαβαν ότι το να τους εξισλαμίσουν όλους θα ήταν εναντίον της οθωμανικής οικονομίας: οι ραγιάδες πλήρωναν φόρους. Το να είναι κανείς μουσουλμάνος άνοιγε τις θύρες της οθωμανικής κρατικής μηχανής μέσα από ένα καθεστώς δουλοκτησίας. Όλοι οι κρατικοί αξιωματούχοι δένονταν με τον Σουλτάνο με μια σχέση αφέντη – δούλου. Το μεγαλύτερο, μάλιστα, μέρος της οθωμανικής κρατικής μηχανής δεν ήταν Τούρκοι αλλά εξισλαμισμενοι Βαλκάνιοι (Σέρβοι, Αλβανοί, Έλληνες) ή άλλες εθνότητες.
Η οικογένεια Κιοπρουλού, για παράδειγμα, μια από τις σημαντικότερες οικογένειες της οθωμανικής κρατικής μηχανής, η οποία «έβγαλε» και
πολλούς μεγάλους βεζίρηδες (πρωθυπουργούς) ήταν αλβανικής καταγωγής. Ο
Μοχάμεντ Αλί, ο βαλής της Αιγύπτου ήταν αλβανικής καταγωγής από την
Καβάλα.
Το 1923, η Τουρκία έπρεπε να περάσει στη νεωτερικότητα. Το δόγμα του τούρκικου εθνικισμού ήταν το: Τουρκοποιήστε, εκσυγχρονίστε, δυτικοποιήστε! Αργότερα, η θεωρία αυτή αντικαταστάθηκε με τη λεγόμενη τουρκο-ισλαμική σύνθεση (δόγμα Οζάλ), σύμφωνα με την οποία με τη λέξη Τούρκος περιγράφεται ένα δομικό εθνο-θρησκευτικό χαρακτηριστικό της τούρκικης πολιτικής οντότητας: η τουρκικότητα και η ισλαμική παράδοση. Στο παραπάνω πλαίσιο οι Τούρκοι προσπαθούν να εξοντώσουν οποιαδήποτε εθνική μειονότητα. Ο Μουσταφά Κεμάλ, τον οποίο οι Τούρκοι αποκαλούν Ατατούρκ, διεξήγε στην αρχή έναν πόλεμο περισσότερο ταξικό παρά εθνικό. Δεν είναι τυχαία άλλωστε η συμφωνία Σοβιετικών – Κεμαλικών το 1921. Το κεμαλικό καθεστώς τότε δεν είχε λάβει τον μετέπειτα χαρακτήρα του. Ο Κεμάλ καθοδηγούσε ετερόκλητα μουσουλμανικά στίφη, δείχνοντας ως εχθρό τις δυτικές δυνάμεις και έναν Ελληνικό στρατό που φαινόταν να παίζει τον ρόλο δύναμης επιτήρησης της τάξης, μιας τάξης που έδειχνε ότι δεν ελάμβανε υπ’ όψη τον φτωχό, ντόπιο μουσουλμανικό πληθυσμό.
Όταν η Τουρκία πια έγινε κράτος δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ο Τουρκικός Στρατός ήταν ο βασικός πυλώνας εκοσμίκευσης και τουρκοποίησης. Η Τουρκία είναι ένα πολυεθνικό κράτος που παριστάνει το μονοεθνικό. Είναι μάλιστα τέτοιος ο πανικός που οι Τούρκοι ψάχνουν εναγωνίως να βρουν ενοποιητικα στοιχεία:
«Τούρκος είναι αυτός που μιλά την τουρκική γλώσσα. Όλοι οι άλλοι ορισμοί είναι ανεπαρκείς» (Bozkurt Guvenc, Η Τουρκική Ταυτότητα).
Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια Ethnologue: Language of the world,
στο χώρο της σημερινής Τουρκίας μιλιούνται άλλες 34 γλώσσες, εκτός από
τα τουρκικά της Ανατολίας. Η μεγαλύτερη από αυτές είναι η Kurmanji (κουρδική διάλεκτος), που μιλιέται από περίπου 5 εκ. ανθρώπους και η μικρότερη είναι η Hirtevin, που μιλιέται από 250-300 Συρο-Χαλδαίους.
Στο μεταξύ μιλιούνται η Αραβική (1,5 εκ.), η Κιρκασική (περίπου 1
εκ.), η Περσική (700.000), η Αζερική (600.000), η Γκαγκαούζικη
(330.000), η Πομακική (300.000), η Καμπαρντιάνικη (210.000), η Λαζική
(100.000), η Μιγκρέλικη (100.000), η Αρμενική (70.000), η Σερβοκροάτικη
(100.000),η Αλβανοτοσκική (70.000), η Ελληνική (4000 στην
Κωνσταντινούπολη και 300.000 ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι).
Αυτό είναι εκπληκτικό αν αναλογιστεί κανείς τα χρόνια ύπαρξης της κεντρικά ελεγχόμενης κρατικής εκπαίδευσης. Τελικά ο Ερντογάν με την πολιτική του βάζει μια μεγάλη βόμβα στα θεμέλια του «τουρκικού έθνους», αν υπάρχει τέτοιο. Με το να πολεμά το κοσμικό κράτος και τον Στρατό, θα ενισχύσει τις κεντροφυγες δυνάμεις της κοινωνίας. Το να προβάλεις εαυτόν ηγέτη του Ισλάμ, έρχεται σε αντιπαλότητα με άλλες μουσουλμανικές χώρες που δεν έχουν καμιά διάθεση να σε δουν ως κάτι τέτοιο και, παράλληλα, πριονίζει τα θεμέλια του τουρκικού οικοδομήματος.
Αυτό είναι εκπληκτικό αν αναλογιστεί κανείς τα χρόνια ύπαρξης της κεντρικά ελεγχόμενης κρατικής εκπαίδευσης. Τελικά ο Ερντογάν με την πολιτική του βάζει μια μεγάλη βόμβα στα θεμέλια του «τουρκικού έθνους», αν υπάρχει τέτοιο. Με το να πολεμά το κοσμικό κράτος και τον Στρατό, θα ενισχύσει τις κεντροφυγες δυνάμεις της κοινωνίας. Το να προβάλεις εαυτόν ηγέτη του Ισλάμ, έρχεται σε αντιπαλότητα με άλλες μουσουλμανικές χώρες που δεν έχουν καμιά διάθεση να σε δουν ως κάτι τέτοιο και, παράλληλα, πριονίζει τα θεμέλια του τουρκικού οικοδομήματος.
0 comments