Κωνσταντίνος Δραγάσης Παλαιολόγος ~ Ο τελευταίος των Ελλήνων αυτοκρατόρων

.

του Ιωάννη Β. Αθανασόπουλου ιστορικού

αναδημοσίευση από τα Ιστορικά Χρονικά 

“Ως προς το να σου παραδώσω την πόλη, ούτε δική μου είναι ούτε κανενός άλλου που κατοικεί σ’αυτήν. Αποφασίσαμε απο κοινού να πεθάνουμε με τη θέλησή μας.” 

Μ’ αυτά τα λόγια ο τελευταίος αυτοκράτορας της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, ο έβδομος της δυναστείας των Παλαιολόγων απάντησε στις προτάσεις ειρήνης του Μωάμεθ, δίνοντας το σύνθημα της συνέχισης της υπεράσπισης των τειχών της Πόλης μέχρι τελικής πτώσης. Στην απόφαση αυτή του αυτοκράτορα και της συγκλήτου δεν φαίνεται ούτε στο ελάχιστο κανένα είδος πολιτικού κυνικού ρεαλισμού, αντιθέτως δίνεται το στίγμα της μάχης στον υπέρτατο αγώνα της αυτοθυσίας και της τιμής που είχε σαν αποτέλεσμα την άλωση της Κωνσταντινούπολης και τον θάνατο του Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου, του αυτοκράτορα που ρίχτηκε στη μάχη και γνώριζε απο την αρχή πως ήταν εθελοντής θανάτου.

Ανέλαβε τον θρόνο της Βασιλεύουσας το 1449 και παρέλαβε την αυτοκρατορία στην ύψιστη παρακμή της. Δεν στέφθηκε αυτοκράτορας σύμφωνα με το εθιμοτυπικό στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας, εξαιτίας των ερίδων μεταξύ ενωτικών- ανθενωτικών που ταλάνιζαν τότε την Ορθόδοξη εκκλησία. Ταυτόχρονα ο Κωνσταντίνος είχε να αντιμετωπίσει και την διαχρονική απειλή των Οθωμανών. Ετσι απολύτως συνειδητά στράφηκε προς τη Δύση, όπως θα έκανε κάθε λογικός ηγέτης, με γνώμονα το συμφέρον της αυτοκρατορίας. Αποτέλεσμα ήταν να ξεσπάσουν στην Πόλη ταραχές και διαφωνίες σε τόσο μεγάλο βαθμό ώστε η ακραία πλευρά των ανθενωτικών να διακηρύξει προφητικά πως προτιμά να δεί στους δρόμους της Πόλης “τούρκικο φακιόλι παρά λατινική καλύπτρα”. Τα πράγματα χειροτέρεψαν όταν διαδέχτηκε στο θρόνο του Σουλτάνου, μετά τον θάνατο του Μουράτ Β’, ο ελληνομαθής γιός του Μωάμεθ ο επονομαζόμενος Πορθητής.

Η πρώτη του ενέργεια απέναντι στους Βυζαντινούς ήταν η κατασκευή του Ρούμελι Χισάρ, που σκοπό είχε την αποκοπή της Πόλης απο τον Εύξεινο Πόντο. Άμεση αντίδραση του Κωνσταντίνου ήταν η στροφή, ακόμα πιο αποφασιστικά, για βοήθεια προς τη Δύση και για ένωση των εκκλησιών, που τελικά επετεύχθει στις 12 Δεκεμβρίου 1452 στην Αγία Σοφία. Παράλληλα συγκέντρωσε στις αποθήκες του κράτους τρόφιμα για να ανταπεξέλθουν οι κάτοικοι κατα την διάρκεια της πολιορκίας. Έκοψε νόμισμα απο τα εκκλησιαστικά σκεύη που παραχωρήθηκαν απο την εκκλησία την δύσκολη αυτή στιγμή. Ενίσχυσε τα τείχη στο μέτρο του δυνατού και περίμενε μαζι με τον λαό του, αποφασιστικά την επίθεση του Μωάμεθ.

Η επίθεση ξεκίνησε στις 5 Απριλίου 1453. Ο Αυτοκράτορας μάζι με τον Ιωάννη Ιουστινιάνι τοποθετήθηκαν στο κέντρο των επιχειρήσεων στην πύλη του Αγίου Ρωμανού. Ακριβώς απέναντι τοποθετήθηκε απο τους οθωμανούς το τεράστιο πυροβόλο του Ουρβανού. Οι υπερασπιστές της Βασιλεύουσας ανέρχονταν, σύμφωνα με τις πηγές,στις 7.000 με 8.000. Αντίθετα οι πολεμιστές του Μωάμεθ στις 160.000. Η μάχη ήταν άνιση, ωστόσο οι λιγοστοί αυτοί υπερασπιστές της χριστιανοσύνης και του Ελληνισμού ανάγκασαν τους Τούρκους σε τρομερές απώλειες, που προκάλεσαν την οργή του ίδιου του Μωάμεθ.Οι συνεχείς υποχωρήσεις των Οθωμανών συχνά με άτακτη μορφή, οι νικηφόρες για τους Έλληνες μάχες σώμα με σώμα πάνω στα τείχη και η χρήση του υγρού πυρός γέμισε με χιλιάδες νεκρούς το στρατόπεδο του Πορθητή.

Ο Μωάμεθ απογοητευμένος έστειλε προτάσεις ειρήνης στον Κωνσταντίνο για να του παραδώσει αμαχητί την Πόλη με αντάλλαγμα την σωτηρία αυτού και των κατοίκων της. Και αυτή η προσπάθεια του δεν τελεσφόρησε. Στίς 27 Μαΐου ο Μωάμεθ συγκάλεσε συμβούλιο σκεπτόμενος οτι ο αγώνας του ήταν μάταιος. Τελικά οι σύμβουλοί του τον έπεισαν να συνεχίσει την προσπάθειά του να κυριεύσει την Βασιλεύουσα. Η έναρξη της τελικής μάχης ορίστηκε στις 29 Μαΐου. Στο στρατόπεδο των Βυζαντινών μέσα σε κλίμα έντονης φόρτισης τελέστηκε πάνδημη λιτανεία με την περιφορά της εικόνας της Παναγίας της Οδηγήτριας. Αμέσως μετά σε ομιλία του κάλεσε τους κατοίκους και υπερασπιστές της πόλης του Μεγάλου Κωνσταντίνου σε αγώνα υπέρ βωμών και εστιών, υπέρ πίστεως και πατρίδος.

Τα ξημερώματα της 29ης Μαΐου η πόλη δεχόταν επίθεση απο όλες τις πλευρές. Η επίθεση των γενίτσαρων, της επίλεκτης φρουράς του σουλτάνου, παρά τη σφοδρότητά της αναχαιτίστηκε απο τους Βυζαντινούς. Η Κερκόπορτα όμως έμελλε να αλλάξει τη ροή της ιστορίας… Χωρίς μέχρι σήμερα να χει πλήρως αποσαφηνιστεί, πιστέυεται ότι η μικρή αυτή πύλη που συνέδεε την πόλη με τον περίβολο του τείχους αφέθηκε επίτηδες αφύλακτη και ανοιχτή απο κάποιους προδότες. Αποτέλεσμα ήταν οι πολεμιστές των τειχών να αιφνιδιαστούν βλέποντας μπροστά τους μια ομάδα γενίτσαρων και σε συνδυασμό με τον τραυματισμό και τη φυγή του γενναίου Ιουστινιάνι, προκλήθηκε πανικός και ακουγόνταν απο πολλούς όλο και πιο έντονα η φράση “η Πόλις εάλω”. Ο Κωνσταντίνος μάταια προσπάθησε να συκρατήσει τους πανικόβλητους μαχητές του. Έτσι μαχόμενος σκληρά μέχρι την τελευταία στιγμή, βρισκόμενος ανάμεσα σε αλλόθρησκους γενίτσαρους ψέλλισε “Ουκ έστι τις των χριστιανών του λαβείν την κεφαλήν εμού;” .

Με τον θάνατο του Κωνσταντίνου Δραγάση Παλαιολόγου η λαική μούσα μπόλιασε με αρκετούς θρύλους την ελληνορθόδοξη παράδοση. Ο θρύλος του Μαρμαρωμένου βασιλιά ταυτίστηκε λανθασμένα όμως με τον τελευταίο αυτοκράτορα της Πόλης. Σύμφωνα με τους ιστορικούς της Άλωσης το σώμα του Κωνσταντίνου βρέθηκε και το κεφάλι του στάλθηκε στον σουλτάνο. Το ότι δεν υπάρχει μέχρι σήμερα ο τάφος του Παλαιολόγου οδήγησε πολλούς στην εντύπωση οτι αυτός είναι ο μαρμαρωμένος βασιλιάς. Όμως μαρτυρίες απο οθωμανούς μετά την άλωση, αναφέρουν ότι κατόπιν εντολής του Μωάμεθ κοντά στο Γκιούλ τζαμί (σσ: πρόκειται για την ορθόδοξη εκκλησία της Αγίας Θεοδοσίας, όπου αμέσως μετά την άλωση όταν μπήκαν οι οθωμανοί στην εκκλησία και την είδαν στολισμένη στα τριαντάφυλλα αναφώνησαν <> δηλ. η εκκλησία των ρόδων) υπήρχε ένας ανοιχτός τάφος χωρίς καμιά επιγραφή όπου πάντα το καντήλι έκαιγε με έξοδα πληρωμένα απο το θησαυροφυλάκιο του.

Αυτός ο τάφος εικάζεται οτι ανήκει στο Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Ωστόσο μια άλλη αποκάλυψη της αρχαιολόγου Μαριας Θεοχάρη αναφέρει οτι στο υπόγειο του Γκιούλ τζαμί υπάρχει ένα μνήμα με την ελληνική επιγραφή “Ενθάδε κείται ο 13ος Απόστολος.” Αυτό τον χαρακτηρισμό είχε αποδόσει η εκκλησία στον Μεγάλο Κωνσταντίνο, δεδομένου όμως οτι ο τάφος του Μ.Κωνσταντίνου έχει βρεθεί γεννιέται μυστήριο για το ερώτημα σε ποιόν ανήκει ο τάφος. Το γεγονός ότι δεν αναφέρεται το όνομα του νεκρού αλλα και το ότι ο τάφος είναι ουσιαστικά κρυμμένος δίνουν ιδιαίτερη τροφή στον θρύλο του Μαρμαρωμένου βασιλιά…

Εικόνα από: wikimedia

Πηγή: Ιστορικά Χρονικά

thumbnail
About The Author

0 comments